ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΜΑΝΙΑ ήτοι ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΑΝΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ παρά ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Αντί προλόγου
«H ζωή του αληθούς πολίτου πρέπει να τελειώνει ή δια την ελευθερίαν του ή με την ελευθερίαν του… Αυτοί οι αμαθέστατοι, αφού ακούσουν ελευθερία, τους φαίνεται μία αθανάσιμος αμαρτία.»(Ελληνική Νομαρχία, Ανώνυμου του Έλληνος, 1806).
«Το Εικοσιένα. Έχουμε ως την ώρα την ιστορία του; Φοβάμαι πως όχι. Τη μυθολογία του; Φοβάμαι πως ναι» (Κωστής Παλαμάς, Άπαντα, 10,17).
«Εθνική ανακρίβεια, μία τάση να χρησιμοποιούν ιστορικές ανακρίβειες με πρόθεση αγαθή και εθνική, με την ιδέα, ας πούμε να καταστήσουν πιο ωραία και γοητευτική την εθνική μας ιστορία» (Κ.Θ.Δημαράς, Βήμα, 22/3/1960).
«…αντλώντας δύναμη από το Γένος των Ελλήνων που είχε την αποκλειστική υποστήριξη του Χριστού με τη μεσολάβηση της Θεοτόκου στον αγώνα εναντίον των αθέων Αγαρηνών»… (πανηγυρικός του Χριστόδουλου για την 25η Μαρτίου 2002)
«Το Έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό»(Διονύσιος Σολωμός).
Άρθρον 2. – Αυτά τα Φυσικά Δίκαια είναι : πρώτον, το να είμεθα όλοι ίσοι και όχι ο ένας κατώτερος από τον άλλον µ δεύτερον να είμεθα ελεύθεροι και όχι ο ένας σκλάβος του αλλουνού.
Άρθρον 25. – …Ήγουν ο λαός μόνον ημπορεί να προστάζει και όχι ένα μέρος ανθρώπων ή μια πόλις µ και ημπορεί να προστάζει δι’ όλα, χωρίς κανένα εμπόδιον.
Άρθρον 33. – …Το να αντιστέκεται ο κάθε πολίτης, όταν τον καταθλίβουν και τον αδικούν, είναι αποτέλεσμα των άνω ρηθέντων Δικαίων του.
(«Σύνταγμα» του Ρήγα Φεραίου)
1.Το κρυφό σχολειό φανερό παραμύθι.
«Το “κρυφό σχολειό“ αποτελεί έναν από τους πιο γοητευτικούς και συνάμα και από τους πιο ανθεκτικούς και πιο διαδεδομένους μύθους της εθνικής μας ιστορίας. Η κριτική που άσκησε ο Αγγέλου, όσο και άλλοι ερευνητές στο μύθο ήδη από τη μεταπολεμική περίοδο καθώς και το ανανεωτικό πνεύμα που επικράτησε στα σχολικά εγχειρίδια από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή απάλειψη της αναφοράς του τόσο από τα αναλυτικά προγράμματα όσο και από το σύνολο σχεδόν των σχολικών εγχειριδίων της μέσης και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο ο μύθος φαίνεται να ανθίσταται αν όχι και να επεκτείνει τη διάδοση του». Παναγιώτης Στάθης, ιστορικός
«Ίσως ο ρωμαντικός των γλυκερών ιστορικών φαντασιώσεων ν’ απογοητευθή όταν μάθη πως το περίφημο «κρυφό σχολειό» της Τουρκοκρατίας είναι απλούστατα ένα ιστορικό ψέμα» (Λίνος Πολίτης κορυφαίος σολωμιστής στα «Θέματα της λογοτεχνίας μας», Εκδόσεις Κωνσταντινίδη, Θεσσαλονίκη χ.χ.,17).
«Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος διαμαρτυρήθηκε στον υπουργό Παιδείας Ιωάννη Βαρβιτσιώτη κι εκείνος, προς τιμήν του, όπως αναφέρεται σε έγγραφο των Τμημάτων Δημοτικής και Μέσης Εκπαιδεύσεως του ΚΕΜΕ προς αθηναϊκή εφημερίδα της 21/5/1978 έδωσε αμέσως εντολή, από τα υπό εκτύπωση νέα σχολικά βιβλία να απαλειφθεί η φράση: ‘Σύμφωνα με τα τελευταία πορίσματα της ιστορικής επιστήμης το Κρυφό Σχολειό είναι ένας μύθος και δεν υπήρξε στην πραγματικότητα’, από τη σελίδα 173 της Ιστορίας της Γ’ Λυκείου» (σ.6).
(φυλλάδιο με τίτλο «Το ‘Κρυφό Σχολειό'» Ι.Μ. Χατζηφώτης, 1978).
«Ήδη το 1820, μέσα δηλαδή στην Ιστορία της εποχής, ο επιφανής κληρικός και δάσκαλος του Γένους Νεόφυτος Βάμβας, που μεγαλουργεί στο περιλάλητο -και ελεύθερο, φυσικά- Γυμνάσιο της Χίου, λέει: «Είτε από αδιαφορία είτε ως αρχή η Υψηλή Πύλη δεν αντιτάχθηκε καθόλου στην πνευματική αναγέννηση της Ελλάδας. Και το 1873, στα Ιστορικά περί της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, ο Δημητσανίτης Μιχαήλ Οικονόμου, γραμματικός του Κολοκοτρώνη και έτσι βασικός ιστορικός του Αγώνα, γράφει ότι κατά την τουρκοκρατία «η λατρεία των χριστιανών εξησκείτο ελευθέρως και δημοσία και επροστατεύετο μάλιστα και από τους Τούρκους […] επροστατεύετο δε και ελευθέρως ενηργείτο και η εκπαίδευσις». Το ειδικό βάρος αυτής της μαρτυρίας είναι ότι ο Οικονόμου σπούδασε αρχικά στη σχολή της πατρίδας του. Και η σχολή της πατρίδας του ήταν η Μονή Φιλοσόφου. Και στη Μονή Φιλοσόφου λειτουργούσε, κατά τον θρύλο, ένα από τα περιφημότερα -και βασικά για τη δημιουργία και την καλλιέργεια του μύθου- κρυφά σχολειά. Πώς δεν μνημονεύει λοιπόν ο Δημητσανίτης τη μετέπειτα «τουριστική ατραξιόν» της ιδιαίτερης πατρίδας του;» …«Η Τήνος μόλις τον 18ο αιώνα πέφτει στα χέρια των Τούρκων, χωρίς και πάλι ν’ αλλάξει τίποτα στη ζωή των κατοίκων της, «με την καθολική απουσία Τούρκων από το νησί» (Αγγέλου, σ. 60). Κι όμως, στην Τήνο θρυλείται λειτουργία κρυφού σχολειού, και από εκεί μας έρχεται, έμμεσα εννοείται, ο γνωστός πίνακας του -Τηνιακού- Νικολάου Γύζη, ζωγραφισμένος το 1886 στη Γερμανία.» …«Το ευρύτατα διαδομένο παιδικό τραγουδάκι-νανούρισμα «Φεγγαράκι μου λαμπρό…» θεωρήθηκε ότι περιγράφει τα παιδιά που έτρεχαν νύχτα στα όρη και στα βουνά, μες στους λύκους, να πάνε κρυφά απ’ τους Τούρκους στο γειτονικό μοναστήρι, να μάθουν γράμματα.
Κι όμως, στους βασικούς συλλογείς του τραγουδιού (Φωριέλ 1824, Σάντερς 1844, Πάσσοβ 1860 κ.ά.) δεν γίνεται ο παραμικρός συσχετισμός με κρυφό σχολειό. Ειδικότερα για την πορεία του παιδικού τραγουδιού και τη σύνδεσή του με το μύθο μάς κατατοπίζει η μελέτη του Αλέξη Πολίτη «Φεγγαράκι μου λαμπρό…», που δημοσιεύτηκε στην Αυγή το 1994 και έπειτα το 2000 στο βιβλίο του με τον χαρακτηριστικό τίτλο Το μυθολογικό κενό (εκδ. Πόλις)».
«Μέχρι και τη δεκαετία του 1960 τα κρυφά σχολειά ανά την Ελλάδα που έχω συναντήσει δεν ξεπερνούν τα 10. Πρόκειται για τα κρυφά σχολειά στις μονές Φιλοσόφου Δημητσάνας […], Ντίλιου Ιωαννίνων, Αγίας Τριάδας Τήνου, Αγίου Γεωργίου Φενεού Κορινθίας, και ίσως ακόμα στις μονές Φανερωμένης Ιεράπετρας, Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Λακωνίας, Άνω Δίβρης Ηλείας, καθώς και ένα τοπωνύμιο στην Ίο. Από αυτά δε μόνο τα τρία πρώτα εμφανίζονται προπολεμικά. Από τη δεκαετία του 1970 όμως τα «ανακαλυπτόμενα» κρυφά σχολειά αυξάνονται κατακόρυφα…» Και φτάνουν αισίως τα 102! Παναγιώτης Στάθης, ιστορικός. (Γιάννη Χάρη, Το κρυφό σχολειό και η κρυφή του αλήθεια, Τα Νέα, 03/04/04)
«Μέχρι σήμερον ουδαμού ανέγνω εν ομαλή καταστάσει πραγμάτων […] βεζίρην ή αγιάνην, ή σουλτάνον εμποδίσαντα σχολείου σύστασιν, ή οικοδομήν» γράφει το 1839 ο Μανουήλ Γεδεών (Ιστορία των του Χριστού πενήτων). Και με μια δόση ίσως υπερβολής, για να δείξει την έκταση της κατώτερης εκπαίδευσης: «Εάν παραδεχθώμεν δεκαπεντακισχιλίους τουλάχιστον ναούς εν τη ενορία του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ως είχε προ του 1821, τόσα στοιχειώδη σχολεία θ’ αποδεχθώμεν υπάρχοντα αμέσως μετά την άλωσιν, είτε εις τους των ναών νάρθηκας, είτε είς τι κελλίον μικρού ή μεγάλου μοναστηρίου, είτε εις τον οικισμόν, όπου διέμενεν ο παπάς χωρίου». Ο μέγας χαρτοφύλακας και χρονογράφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Μανουήλ Γεδεών
«Βρήκανε λοιπόν πως κατά τα χρόνια εκείνα τα παλιά η παιδεία μας κατατρεχόταν από τους Τούρκους αλύπητα και το τελευταίο της καταφύγιο, άγιο βήμα μυστικό ήταν το κρυφό σκολειό. Εκεί, νύχτα βαθειά στέλναν οι μαννάδες τα παιδιά τους και με τη λαχτάρα που είχανε στην καρδιά, τα μαθαίναμε να λένε στο δρόμο το γνωστό παιδιάτικο τραγούδι, που είναι και νανούρισμα μαζί, τραγούδι σ’ όλους γνωστό, που λέει:
Φεγγαράκι μου λαμπρό/ φέγγε μου να περπατώ,/ να πηγαίνω στο σκολειό,/ να μαθαίνω γράμματα,/ του Θεού τα πράματα.
Ανάμεσα σ’ όσες διατριβές έτυχε να διαβάσω γραμμένες από παιδαγωγικούς άντρες ή γυναίκες, δεν είδα καμιάν ιστορική μαρτυρία, που να βεβαιώνη την ύπαρξη κρυφού σκολειού, όμως ούτ’ εγώ μέσα στον αμέτρητο σωρό ανέκδοτου υλικού για της σκλαβιάς τα σκολειά, που έχω συναγμένο, δεν απάντησα τίτοτε που να κάνη λόγο για το σκολειό έξω από το τραγούδι.
Φαίνεται λοιπόν πως για τους παιδαγωγικούς ρήτορες που ανάφερα, άλλη δεν υπάρχει μαρτυριά παρά το ίδιο εκείνο μοναχό περίφημο τραγούδι.
Όμως, αν και για την ύποφτή μου κρίση δε φτάνει το τραγούδι, ας το ξετάσουμε κι’ αυτό. Έρχεται λοιπόν η απορία πρώτα, πώς του κρυφού σκολειού τα μαθητούδια, που νύχτα πηγαίνανε στο σκολειό -κι’ αυτό θα βρισκόταν έξω από το χωριό, λοιπόν σε μοναστήρι είτε σε ρημοκλήσι- πώς τ’ ανήσυχα παιδιά, όλο φωνές, και γέλια και παιχνίδια στο δρόμο τους θα ξεφεύγανε την προσοχή των Τούρκων. Και δεν ήτανε των Τούρκων μοναχά ο κίντυνος -ας τον παραδεχθούμε μια στιγμή- αλλά νύχτα στην ερημιά ήτανε και λύκοι. Και πρώτα απ’ όλα ήτανε της μάννας η λαχτάρα κι’ όλου του χωριού. Τάχα τα παιδιά παίρνανε στο δρόμο τους κανένα φύλακα μιστωτό του χωριού; Τάχα τα συνόδευε κανένας πατέρας, αδελφός με τη σειρά του; Σοβαρές απορίες, ανησυχίες ρητορικές, που τις χαρίζω στον άγρυπνο της Εθνικής παιδείας ρήτορα. Όλο αυτό το φανταχτερό και κούφιο και χωρίς θεμέλιο χτίσμα πέφτει σε μια στιγμή σωρός μ’ ένα λόγο μοναχά: Ποτέ ο Τούρκος, ο αγράμματος δε μπόδισε το Χριστιανό γράμματα να μαθαίνη, και μονάχα πολύ σπάνια έμπαινε στη μέση να χωρίζη τους δασκάλους άμα πιανόνταν από τα μαλλιά και γινόνταν σκάνταλο με τα μεγάλα τους σκολειά. Όμως αυτό γινόταν στις χώρες με τα μεγάλα σκολειά ή στα μεγάλα μοναστήρια, όχι ποτέ μέσ’ στα χωριά. Επειτα, αν ήταν η κατώτατη παιδεία απαγορευμένη από τους Τούρκους, θα τολμούσε μάννα να στείλη το μακρό της μακρυά κι’ ο Τούρκος πάλι θα ήταν τάχα δύσκολο ν’ ανακαλύψη τα παιδιά των χριστιανών να περνάνε παίζοντας και φωνάζοντας στο δρόμο τους; (…)Είναι λοιπόν παλιό υποχρεωτικό συνήθιο να πηγαίνη ο παπάς αξημέρωτα στην εκκλησιά και περισσότερο άμα είχε και μαθηταρούδια να προσέξη στο νάρτηκα είτε και μέσα στα σκαλοπάτια του εικονοστάσιου, όπου βοηθούσανε και τ’ αναμμένα καντήλια. Ο δάσκαλος παπάς μπορούσε νάταν και διάκος ή και γερομόναχος. Κάθε μαννούλα έπρεπε να ετοιμάση, να καλοπιάση το μισοξύπνητο παιδί για να το ξεκινήση. Και στεκόταν η μάννα πίσω, έλεγε στ’ άλλο το μικρότερο πούχε στο πλευρό της το νανούρισμα, για να το κάμη κι’ εκείνο ν’ αγαπάη τ’ αγουροξύπνημα.. και το Κρυφό σκολειό! άρθρο του Γιάννη Βλαχογιάννη (φιλόλογος και ιστορικός που αφιέρωσε όλη του τη ζωής στην ανακάλυψη πηγών για το 1821. Δημοσιεύτηκε στη «Νέα Εστία» με τίτλο «Το κρυφό σκολειό» (15 Αυγούστου 1945, τεύχος 436, σ. 678-683).
«Και στη συγκρότηση του μύθου περί εμποδιζομένης παιδείας από τους Οθωμανούς κυρίαρχο ρόλο έπαιξε το εν Αθήνησι Πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε το 1837 με τις δικές του στοχεύσεις. Ας δούμε λοιπόν την ιστορική πορεία διαμόρφωσης του μύθου. Η πρώτη διατύπωση της αντίληψης ότι οι Οθωμανοί κατέτρεχαν τα σχολεία των χριστιανών διατυπώνεται από τον Στέφανο Κανέλο σε μια επιστολή του προς τον Γερμανό Ίκεν το 1822. Ο Κανέλος, οπαδός του διαφωτιστικού κινήματος, διατυπώνει αυτή την άποψη με στόχο τη δικαιολόγηση του χαμηλού μορφωτικού επιπέδου των επαναστατημένων συμπατριωτών του απέναντι σε ξένους και την πρόκληση μεγαλύτερου ενδιαφέροντος από την πλευρά τους. Ας ληφθεί υπόψη ότι το κίνημα του ρομαντικού φιλελληνισμού βρίσκεται στην κορύφωσή του και καταβάλλονται προσπάθειες για τη μεγαλύτερη δυνατή υποστήριξη των επαναστατημένων. Παρόμοια άποψη δεν έχει διατυπωθεί πουθενά έως τότε (ούτε καν σ’ ένα δημοτικό τραγούδι) και θα περάσει καιρός μέχρι να ανασυρθεί για να χρησιμοποιηθεί πάλι. Αν κρίνει δε κανείς από την οργάνωση της παιδείας επί οθωμανικής αυτοκρατορίας, πραγματολογικά, αυτή η άποψη δεν δικαιολογείται: οι Οθωμανοί δεν θα είχαν λόγο να εμποδίσουν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όταν λειτουργούσαν ανενόχλητα και επίσημα γυμνάσια και ακαδημίες (στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στις Κυδωνίες αλλά και στον ελλαδικό χώρο).»
Τέλος, το ασύστατο της αντίληψης για την παράνομη δραστηριότητα των ιερέων-δασκάλων που δίδασκαν με το Οκταήχι είναι η κυκλοφορία μαθηματαρίων για διδακτική χρήση από τον 16ο αιώνα ήδη.
Η άποψη, ωστόσο, του Στέφανου Κανέλου θα ανασυρθεί για να επαναληφθεί σε ένα νέο ιστορικό πλαίσιο. Κι από εδώ ο μύθος θα βρει την εκκίνησή του. Στην τελετή εγκαινίων του Πανεπιστημίου, το 1837, ο μητροπολίτης Αθηνών Μισαήλ Αποστολίδης, για να τονίσει τη μεγάλη αντιπαράθεση δυνάστη-δυναστευομένου και το μέγα έργο της εκκλησίας στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας, υποστηρίζει ότι ο κατακτητής, «οι βάρβαροι» όπως λέει χαρακτηριστικά, δεν άφηναν τους Έλληνες να συντηρούν εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η Μεγάλη Ιδέα, όπως πρωτοδιατυπώνεται το 1844 από τον Κωλέττη, θα έρθει μετά από μια ομιλία του Κωνσταντίνου Οικονόμου εξ Οικονόμων, πρώην οπαδό του Διαφωτισμού, ο οποίος θα προβάλει και αυτός το πόσο κατατρέχονταν τα σχολεία και οι εκκλησίες επί Οθωμανών αλλά και πώς η Θεία Πρόνοια φρόντισε για τη σωτηρία και το φρόνημα των υποδούλων.
Τα κύρια λοιπόν σημεία του σχήματος έχουν ήδη τοποθετηθεί. Ο Κωνσταντίνος Φρεαρίτης, καθηγητής του ρωμαϊκού δικαίου, το 1863, χρησιμοποιώντας την ανάλογη ρητορεία, θα συντελέσει στην παγίωση της κατασκευής, μιλώντας για τον ταπεινό ιερέα και τον πενιχρό ελληνοδιδάσκαλο που «συνήγον εις αφανή καταγώγια τους τρυφερούς αυτών νεοσσούς. Ήδη οι κοινοί τόποι έχουν διαμορφωθεί … Την πλήρη επικράτηση της κατασκευής περί «Κρυφού σχολειού», ώστε να φανούν με την ανάλογη ρητορεία του ρομαντισμού οι εθνικές αρετές και σε ευρύτερες μάζες, που δεν μπορούσαν να ακούσουν τις ομιλίες στις επίσημες περιστάσεις, κατορθώνουν δύο έργα τέχνης: πρώτα ο πίνακας «Το κρυφό σχολειό» του Νικόλαου Γύζη, φιλοτεχνημένος το 1886. Ο πίνακας αυτός θα μεταβληθεί σε επιχείρημα, αφού θα εκληφθεί ως εικονογράφηση της ιστορίας. Το ποίημα του Πολέμη, που θα αντλήσει την έμπνευσή του από τον προαναφερθέντα πίνακα, το 1900, θα αναλάβει από εκεί και πέρα, μέσα από τη συναισθηματική συγκίνηση, να διαδώσει την αντίληψη πολύ ευρύτερα, με όλα τα χαρακτηριστικά που της έχουν ήδη αποδοθεί.» (Γιάννα Κατσιαμπούρα, ιστορικός).
«Γραπτή μαρτυρία ότι η μονή Φιλοσόφου λειτούργησε ως «κρυφό σχολειό» δεν υπάρχει. Ο Ευθ. Καστόρχης, μόνο, αναφέρει ότι ανευρέθησαν παμπάλαια διδακτικά χειρόγραφα άνευ προμετωπίδος και χρονολογίας. «Κρυφό Σχολειό», που συντηρούσε η εκκλησία, ως διωκόμενος θεσμός, δεν προκύπτει από καμία ιστορική μαρτυρία. (Από το βιβλίο του Δάσκαλου Νικόλαου Π Γεωργακόπουλου ( Βάχλια Γορτυνίας ) «Η παιδεία στην Αρκαδία επί τουρκοκρατίας» ΑΚΒ)
« Υπάρχουν τεκμήρια ότι σχολεία λειτουργούσαν με την άδεια, την ανοχή συχνά, της Πύλης. Ο Ρήγας στο Βελεστίνο δεν αναφέρει πως έμαθε γράμματα από παπά σε κανένα κρυφό σχολειό. Ήταν γεμάτο το Πήλιο σχολεία. Όπως και τα Γιάννινα. Πού έμαθε τόσα γράμματα ώστε να γίνει ό,τι έγινε ο Κωλέττης, κολλητός του Αλή Πασά, ο Βηλαράς πού; Κάποιοι πάλι ξέχασαν τα ελληνικά τους μέσα στην εθνικιστική φούρια τους. Από την ομηρική διάλεκτο έως σήμερα έχει αλλάξει η σημασία της λέξεως «κλέπτης – κλέφτης»;; Τι στο καλό σημαίνει ο κλεφταρματολός άλλο από αρματωμένος κλέφτης. Όσο το πού μάθανε τα άρματα και ποιος τούς έδωσε τα καριοφίλια είναι με γραπτές πηγές θεμελιωμένο και στα απομνημονεύματα πολλών καταγραμμένο πως Διάκος, Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Τζαβελαίοι, Μποτσαραίοι, Κωλέττης και δεκάδες άλλοι υπηρέτησαν ως μισθοφόροι στον Αλή Πασά.» (Κ.Γεωργουσόπουλος, «Τα Νέα», 17/03/07).
«Γιατί χρειάζονταν Κρυφά Σχολεία στους νάρθηκες των Ναών και των Μοναστηριών;». Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι η εξής : Ναι, μεν, για λόγους θρησκευτικούς και διοικητικούς οι Οθωμανοί Σουλτάνοι παρεχώρησαν προνόμια και έδειξαν ένα βαθμό ανοχής προς τους Ρωμηούς υπηκόους τους, όμως υπήρξαν περίοδοι και περιοχές, στις οποίες δεν τηρήθηκαν οι υποσχέσεις αυτές… Οι αποφάσεις αυτές καταστρατηγήθηκαν ή αλλοιώθηκαν σε διάφορες χρονικές περιόδους και σε διάφορες επαρχίες και τοπικές διοικήσεις (βιλαέτια).» ( Κυριάκος Ι. Φίνας πρόεδρος Κοινότητος Λίνδου-Ρόδου, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας «Το Κρυφό Σχολειό, μύθος ή πραγματικότητα;»).
Έτσι μπροστά στα αδιάσειστα ιστορικά στοιχεία ακόμα κι οι φανατικοί υποστηρικτές του «κρυφού σχολειού», αναγνωρίζουν τα προνόμια που είχαν παραχωρήσει στην εκκλησία οι Οθωμανοί και σχετικοποιούν κατά πολύ τις απόψεις του. Και πάλι δεν παραιτούνται απ’ το ψέμα, αλλά τουλάχιστον με τόσα ιστορικά στοιχεία δεν είναι σε θέση ούτε κι αυτοί πια να το διατυπώσουν με την ίδια έπαρση και βεβαιότητα που το διατύπωναν στο παρελθόν.
«Ο ίδιος ο Κοσμάς ο Αιτωλός βεβαίωνε σε γράμμα του προς τον αδελφό του Χρύσανθο, γύρω στα 1775: «Έως τριάκοντα επαρχίας περιήλθον, δέκα σχολεία ελληνικά εποίησα, διακόσια δια κοινά γράμματα». Ακόμη ο λόγιος και κληρικός Νεόφυτος Βάμβας, που έζησε από κοντά τα γεγονότα, ήταν ασφαλώς πιο αρμόδιος νά διατυπώσει γνώμη πάνω σ’ αυτό το επίμαχο θέμα. Η μαρτυρία του είναι αποκαλυπτική: «Είτε από αδιαφορία, είτε ως αρχή, η Υψηλή Πύλη ποτέ δεν εναντιώθηκε στην αναγέννηση των γραμμάτων στην Ελλάδα. Οι πιο πραγματικοί εχθροί σ’ αυτήν την ευτυχισμένη αποκατάσταση βρίσκονται μέσα στους κόλπους μας. Κι αν οι προσπάθειές μας κατορθώσουν να δαμάσουν τις προκαταλήψεις ή την αδιαφορία αυτού τού πανίσχυρου κλήρου, πού αποτελεί σήμερα το πρώτο σώμα τού ελληνικού έθνους, πολύ λίγα θα απομένουν να γίνουν προκειμένου για τούς Τούρκους».«…παρατηρήσεις του λόγιου ιερέα της γερμανικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη Σολομών Schweigger που γύρω στο 1580 κάνει λόγο για την ευθύνη του πατριαρχείου: «Επιτρέπεται η ίδρυση κατώτερων σχολείων, αλλά αυτά διευθύνονται κακώς, υπεύθυνος δε είναι ο πατριάρχης, που δεν ενεργεί κατά το καθήκον του. Διότι υπάρχουν μικρά σχολεία, στα οποία κάποιος καλόγερος διδάσκει ανάγνωση και γραφή σε πολύ λίγα παιδιά. Εάν ένας μαθητής έχει όρεξη για ανώτερη μόρφωση, πρέπει να ενεργήσει ο ίδιος και να υποβληθεί σε μεγάλες θυσίες. Εάν δε λάβει κανείς υπόψη την καλή διάθεση του λαού, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα είχαν θαυμάσια αποτελέσματα τα καλά εκείνα σχολεία (εάν υπήρχαν), εις τα οποία θα διδάσκον ταν οι τέχνες και οι επιστήμες, η Αγία Γραφή κλπ».
«Χαρακτηριστικά είναι και όσα γράφει ο Νικόλαος Σοφιανός στον επίλογο της Γραμματικής του (μέσα του 16ου αι.) για την οποία έχει γίνει ήδη λόγος: «Και μηδέν ξαφορμίζεται τινάς λέγοντας ότι είναι πτωχός ή δεν έχω καιρόν να μαθαίνω γραμματικαίς, αμή σώνει μου να διαβάζω καλά και να καναλαρχώ και να γράφω και νάχω πράξιν εις τα κολυβογράμματα. Και λογάριασαι πόσους χρόνους με τους δασκάλους οι νέοι κάθοντ’ επί τα σχολεία να παιδεύονται νύκτα και ημέρα μόνο να γράφουν ή να διαβάζουν, και οι περισσότεροι γενειάζουν εις το σχολείον και ακόμη κάν να καναλαρχούν ή να διαβάζουν καλά δεν προκόφτουν».
«Αυτά λοιπόν τα κατώτερα μα και τα ελάχιστα μέσα σχολεία δεν απέβλεπαν κυρίως στη μόρφωση αλλά στη διάδοση της θρησκευτικής κοσμοαντίληψης στην κοινωνία. Χαρακτηριστικά είναι όσα γράφει σχετικά ο Κοσμάς ο Αιτωλός:
«πρέπει, παιδιά μου, να στερεώνετε σχολεία, διατί πάντα εις τα σχολεία γυμνάζονται οι άνθρωποι και ηξεύρουν και μανθάνουν το τι εστί Θεός, το τι είναι οι άγιοι άγγελοι, τι είναι οι κατηραμένοι δαίμονες και τι είναι η αρετή του δικαίου».
Κύριος σκοπός αυτών των υποτυπωδών «σχολείων» ήταν να βρουν ψάλτες και παπάδες. Ο σκοπός αυτός υποδηλώνεται και σε κάλαντα της εποχής:
Κι αν έχεις γιο στα γράμματα, βαλ’ τον και στο Ψαλτήρι
του χρόνου σαν και σήμερα να βάλει πετραχήλι»
(Δημήτρη Δαμασκηνού, «Το περίφημο κρυφό σχολειό»)
Σίγουρα, οι τουρκικές αρχές επιτρέπαν τη λειτουργία ελληνικών σχολείων στην επικράτεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ναι, και μόνο στα Γιάννινα, από το 1647 ως το 1805 ιδρύθηκαν και λειτούργησαν πέντε τουλάχιστον ονομαστές σχολές! (Φάνης Κακριδής, ομότιμος καθηγητής πανεπιστημίου Ιωαννίνων, «Μύθος ή θρύλος το κρυφό σχολειό;». Το Βήμα», 22 Φεβρ. 1998)
Ο κ. Φ. Ι. Κακριδής, στην επιφυλλίδα του με τίτλο «Μύθος ή θρύλος το Κρυφό σχολειό;», παρουσιάζει μια μαρτυρία σύμφωνα με την οποία θα έπρεπε, κατά τη γνώμη του, να ξανασκεφτούμε αν το «κρυφό σχολειό» είναι μύθος, και ζητάει γι’ αυτό τη γνώμη των ιστορικών. Φαίνεται ότι οι μύθοι είναι ανθεκτικοί, ακόμη και σε ακαδημαϊκά και καλοπροαίρετα περιβάλλοντα, ακόμη και αν έχουμε τώρα μια καλοτεκμηριωμένη και πειστική μελέτη όπως αυτή του κ. ‘Αλκη Αγγέλου, «Το κρυφό σχολειό, χρονικό ενός μύθου» (Αθήνα, Εστία, 1997). Τα στοιχεία βέβαια που προσκομίζει ο κ. Κακριδής δεν παραπέμπουν στην ύπαρξη «κρυφού σχολειού» στην Ήπειρο κατά τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων, αλλά στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης.(Αντώνης Λιάκος, καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών)
Στην πραγματικότητα όλη η φιλολογία περί κρυφού σχολειού είναι παραμύθι. Κανένας έγκυρος ιστορικός, ούτε ο Παπαρρηγόπουλος, που αφιερώνει στην εποχή της τουρκοκρατίας τους δύο από τους εννέα τόμους της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους», ούτε ο Σάθας, εις την «Τουρκοκρατούμενη Ελλάδα» του, ούτε και η νεότερη δεκατετράτομη «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών, κάνουν οποιαδήποτε μνεία περί κρυφού σχολειού. Στο τελευταίο μάλιστα σύγγραμμα και συγκεκριμένα στον 10ο τόμο και στη σελίδα 366, οι συντάκτες του σχετικού κεφαλαίου Γ. Ζώρας και Α. Αγγέλου (καθηγητές πανεπιστημίου αμφότεροι), είναι κατηγορηματικοί: «Κρυφό σχολειό δεν υπήρξε, πρόκειται για μύθο», υποστηρίζουν. Το ίδιο είχε πει από τον 19ο ήδη αιώνα ο Μ. Γεδεών και κατά τον 20ον ο Γιάννης Βλαχογιάννης: «Δεν υπάρχει καμία ιστορική μαρτυρία που να βεβαιώνει την ύπαρξη κρυφού σχολειού», βεβαιώνει.
Από την επιστήμη λοιπόν, και ειδικότερα στα δύο μεγαλύτερα συλλογικά έργα της νεότερης ιστοριογραφίας, την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών και τώρα την Ιστορία του Νέου Ελληνισμού το κρυφό σχολειό χαρακτηρίζεται και αποδεικνύεται μύθος. Οι παπάδες όμως, οι εθνικιστές και το κράτος το συντηρούν. Γιατί άραγε;;
2. Δεν υπήρξε καμία Αγία Λαύρα και κανένα λάβαρο. Η Επανάσταση δεν ξεκίνησε την 25η Μαρτίου.
Η Επανάσταση ξεκίνησε με την είσοδο του Α.Υψηλάντη και του «Ιερού Λόχου» του στο Ιάσιο. Εκεί κήρυξε την επανάσταση στις 24 Φεβρουαρίου κι εκεί πρωτοεκδηλώθηκε με τη μάχη στο Δραγατσάνι. Επίσης ορόσημο θα μπορούσε να είναι ένα άλλο γεγονός, η Καλαμάτα απελευθερώνεται 23 Μάρτη 1821! Ακόμα, συγκρούσεις υπάρχουν στα Καλάβρυτα (21/3), στη Μάνη (22/3) και στην Πάτρα (24-25/3). Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 25 Μάρτη ο Π.Π.Γερμανός δεν βρισκόταν καν στην Αγία Λαύρα. Κι ακόμα πιο χαρακτηριστικό ότι γι’ αυτό το τόσο σπουδαίο γεγονός, ότι τάχα κήρυξε την επανάσταση εκεί, δε λέει λέξη στα ίδια τα απομνημονεύματά του που τυπώθηκαν το 1854. Τέτοια σεμνότητα πια!!!! Η κορυφαία πράξη της ζωής του και να μην θέλει να την αναφέρει; Αντίθετα, αναφέρει πως στη συνέλευση των προκρίτων της Πελοποννήσου στη Βοστίτσα (Αίγιο) ο Π.Π Γερμανός απέκρουε μαζί με τους προεστώτες τις προτάσεις του «απατεώνος και εξωλεστάτου» Παπαφλέσσα που ζητούσε να κηρυχθεί άμεσα η επανάσταση και διατύπωνε επιφυλάξεις μαζί με τους προκρίτους ότι δεν ήταν ακόμα έτοιμοι!
Η έναρξη της επανάστασης δεν έγινε την 25η Μάρτη στην Αγία Λαύρα. Ο εορτασμός αυτός καθιερώθηκε το 1838 επί Όθωνα. Ο καθηγητής Βασίλης Κρεμμυδάς καταγράφει ότι μια γαλλική εφημερίδα της εποχής δημοσίευε ένα κείμενο του Π.Π.Γερμανού στο οποίο τονίζεται η θρησκευτικότητα του ξεσηκωμού των Ελλήνων, το οποίο υποτίθεται έγινε ενώπιον του κλήρου και πιστών σε έναν ιερό τόπο και σε μια χρονική στιγμή που κανείς άλλος δεν είχε κηρύξει την επανάσταση. Η δημοσίευση αυτού του κειμένου στη γαλλική εφημερίδα εξυπηρετούσε τον Π.Π.Γερμανό και διευκόλυνε τις πολιτικές του επιδιώξεις. Από την άλλη η Γαλλία θα αποκόμιζε κι αυτή τα οφέλη της αφού η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη θα πληροφορούνταν ότι ο Π.Π.Γερμανός ήταν «δικός τους». Οι πρωταγωνιστές αυτής της υπόθεσης, το γαλλικό προξενείο Πατρών και ο Π.Π.Γερμανός βρίσκονταν σε μειονεκτική θέση ως προς τις νέες σχέσεις που διαμορφώνονταν. Η γαλλική εμπορική παρουσία στην περιοχή είχε εξασθενίσει και ο Π.Π.Γερμανός δεν θα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις που θα ακολουθούσαν. Έτσι επινοήθηκε αρχικά αυτή η ιστορία για να εξυπηρετηθούν αμοιβαία οι Γάλλοι και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, αργότερα και πολλοί άλλοι με κορυφαίο το Χουντόδουλο που χρησιμοποίησε το υποτιθέμενο λάβαρο σε συγκέντρωση για τις ταυτότητες.
«Το Β.Δ. (βασιλικό διάταγμα). του 1838 που καθιέρωνε την 25 Μαρτίου ως εθνική εορτή, επικαλούνταν τους εξής λόγους για την επιλογή: πρώτον, το γεγονός ότι τη μέρα αυτή το 1821 έγινε η έναρξη του “υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του ελληνικού έθνους” και δεύτερον, γιατί η μέρα αυτή ήταν “λαμπρά καθ’εαυτήν” λόγω του Ευαγγελισμού. Φαίνεται ότι από τους δυο λόγους ισχύει μόνον ο δεύτερος, η σύνδεση δηλαδή της εθνικής επετείου με τη θρησκευτική εορτή και τους συμβολισμούς για το έθνος που συνεπαγόταν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Μάλιστα, η ισχύς του συμβολισμού επικράτησε των πορισμάτων της έρευνας, εφόσον σήμερα κανένας δεν πιστεύει πλέον ότι η Ελληνική Επανάσταση κηρύχθηκε όντως την 25 Μαρτίου 1821 ούτε ότι αυτό συνέβη στην Αγία Λαύρα. Ο θρύλος για την ύψωση του λαβάρου της Επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στην Αγία Λαύρα πλάστηκε στην ουσία στο δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα, με τη συνδρομή ποικίλων παραγόντων, παρόλο που αγνοήθηκε ή διαψεύσθηκε από τη νεοελληνική ιστοριογραφία του 19ου αιώνα. Η αφετηρία του μύθου μπορεί να ανιχνευθεί στην περιγραφή ενός γάλλου περιηγητή, του Πουκεβίλ, που έγραψε το 1824 μια “Ιστορία της ελληνικής επανάστασης”. Εκεί δίνει μια ρομαντική περιγραφή της κήρυξης της επανάστασης, κατάλληλης προς κατανάλωση από το σύγχρονό του ευρωπαϊκό κοινό». (Χριστίνα Κουλούρη, επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας-Εθνολογίας, «Μύθοι και σύμβολα μιας εθνικής επετείου»)
«Αυτές οι ιστορίες είναι μύθοι που δημιουργήθηκαν από την Εκκλησία για να ενισχύσει το γόητρό της» (Ελισάβετ Ζαχαριάδου, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης )
1 Κανένα δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο της εποχής δεν αναφέρεται σε οποιοδήποτε παρόμοιο γεγονός.
2 Οι Έλληνες και ξένοι ιστοριογράφοι της Επανάστασης αναφέρουν:
* Φιλήμων: «παχυλόν ψεύδος» (Φιλήμονος, Δοκίμιο Ιστορικό Ελληνικής Επανάστασης, τομ. Γ’, κβ).
* Σπ. Τρικούπης: «Ψεύδος» (Σπ. Τρικούπη, Ιστορία Ελληνικής Επανάστασης, τομ. Α’, σ. 229).
* Φίνλεϋ: «δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια» (Φίνλεϋ, Ιστορία Ελληνικής Επανάστασης, τομ. Α’, σ. 217).
3 Ο Π.Π. Γερμανός στα Απομνημονεύματά του, ενώ εξιστορεί με λεπτομέρειες τα πάντα, δεν λέει τίποτε για την Αγία Λαύρα.
4 Καμιά αναφορά δεν υπάρχει πουθενά για την Αγία Λαύρα, τουλάχιστον μέχρι το 1835.
( «Η κατασκευή της ιστορίας», Χρήστος Κάτσικας.)
3. Η Επανάσταση του 1821 είχε κοινωνική διάσταση.
Από τους Οθωμανούς πασάδες, τους Έλληνες προκρίτους και ιεράρχες υπέφεραν κατά περιόδους όλοι οι ραγιάδες ανεξαιρέτως.
«Ραγιάς: ο όρος από το 18ο αιώνα δήλωνε μόνο τους χριστιανούς υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ενώ παλιότερα όλους τους κατοίκους των αγροτικών περιοχών. Οι βαρύτατοι φόροι και οι άλλες καταπιέσεις έκαναν τη ζωή των ραγιάδων τραγική και η λέξη έγινε συνώνυμη της εξαθλίωσης» (σελ.102). «Έλληνας πρόκριτος του 18ου αιώνα. Οι δικαιοδοσίες και οι αρμοδιότητες των προκρίτων ήταν ευρύτατες, αρκετοί όμως εκμεταλλεύτηκαν το αξίωμά τους για να επιτύχουν προσωπικά οφέλη» (σελ.113). «Οι ελεύθεροι αυτοί άνδρες επιδίδονταν στην λεηλασία και στρέφονταν όχι μόνο εναντίον των Τούρκων, αλλά και εναντίον των πλούσιων Ελλήνων. Μολονότι στην πρώτη περίοδο που εμφανίστηκαν τα σώματα των κλεφτών δεν είχαν συνειδητοποιήσει ότι αγωνίζονταν για την ελευθερία του έθνους, τους ξεχώριζε από τους κοινούς ληστές το γεγονός ότι έτρεφαν βαθύ μίσος εναντίον των Τούρκων και των συνεργατών τους» (σελ.122). «Ο Ρήγας οραματιζόταν την εξέγερση όλων των βαλκανικών λαών εναντίον της τυραννίας και την ίδρυση μιας παμβαλκανικής δημοκρατίας». (σελ136) («Ιστορία νεότερη και σύγχρονη Γ΄ Γυμνασίου» Βασ.Βλ.Σφυροέρα, Ο.Ε.Δ.Β.)
«Οι πρώτοι συλλαβόντες την τολμηράν ιδέαν ότι το Ελληνικόν έθνος δύναται ν’ ανακτήσει την ελευθερίαν του δια των ιδίων αυτού δυνάμεων και συστήσαντες προς τον σκοπόν τούτον την Εταιρίαν των Φιλικών, δεν ήσαν ούτε μεγάλοι ιδιοκτήται, ούτε πλούσιοι έμποροι, ούτε έξοχοι λόγιοι, ούτε μεγάλοι πολιτικοί. Εφοβούντο και δια τούτο δεν εζήτησαν κατ’ αρχάς ουδέ την σύμπραξιν τριών εκ των σημαντικωτέρων τάξεων της Ελληνικής κοινωνίας, των Φαναριωτών, των Αρχιερέων και των Κοτσαμπασήδων. Υπέθετον ότι όλοι ούτοι δεν ήτο δυνατόν να παραδεχθώσι το σχέδιον και επομένως να συμβάλλωσιν εις την κατάλυσιν της εξουσίας, εις την οποίαν και αυτοί συμμετείχον, απολαμβάνοντες κατά το μάλλον ή ήττον σημαντικάς ωφελείας…Όλαι δε αι προσδοκίαι αυτών έμελλον να στηριχθώσιν εις το λεπτόν της χήρας, ήτοι εις τας εκουσίας συνεισφοράς των ιδίων Ελλήνων.» (σελ. 58, Απομνημονεύματα Παλαιών Πατρών Γερμανού, εν Αθήναις 24 Ιανουαρίου 1854.)
«… ο σουλτάνος, διόρισε ένα βιτσερέ [αντιβασιλέα], έναν πατριάρχη, καί του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. Αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξη, οι έμποροι και οι προκομμένοι, το καλύτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέρνοντες τον ζυγό έφευγαν, και οι γραμματισμένοι επήραν και έφευγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ήμερα χειρότερα• διότι, αν ευρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντας τες δόξες και τες ηδονές οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Καί τοιουτοτρόπως κάθε ήμερα ο λαός ελίγνευε καί επτώχαινε.
Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία, και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινε και επροόδευσεν η Εταιρεία.» (Ομιλία Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στην Πνύκα το 1838, «Κολοκοτρώνης», Δ. Φωτιάδης,εκδ.Ζαχαρόπουλος,Αθήνα,1987)
Χαρακτηριστικά στην Ανδρο, με ηγέτη τον αγρότη Δ. Μπαλή, το λαϊκό κίνημα ήταν επηρεασμένο από τις αρχές της γαλλικής επανάστασης (στους λόγους του ο Μπαλής μιλούσε για κομμούνα), στη Σάμο με τον Λυκούργο Λογοθέτη και στη Χίο με τον αγρότη Μπουρνιά εφαρμόστηκε πρόγραμμα αντιφεουδαρχικό με διανομή της μεγάλης ιδιοκτησίας σε μικροκαλλιεργητές και ακτήμονες. Απόσπασμα της προκήρυξης του Δ. Μπαλή που απευθυνόταν στο λαό της Ανδρου:
“Διατί και ημείς κατά την παρούσαν στιγμήν να μην αποτινάξωμεν όχι μόνον το ζυγόν των Τούρκων, αλλά και των αρχόντων; (…) Η γη ανήκει εις ημάς τους δουλευτάς της και όχι στους ολίγους Τουρκάρχοντας που τη νέμονται με το δικαίωμα του ισχυρότερου (…) θα δουλεύωμεν εις το εξής τα φέουδα όλοι μαζί και θα απολαμβάνει τον καρπόν των η κομμούνα μας και θα γίνεται δικαία μοιρασιά της σοδειάς εις όλους τους δουλευτάδες, ανάλογα με τον κόπον τους και την δούλευσίν τους”. (Δ. Φωτιάδη, “Η επανάσταση του ‘21”, τ. Β, σελ. 92).
Αλλά και στην Αθήνα ο Μελέτης Βασιλείου (αξιόλογος λαϊκός ηγέτης) ξεσηκώνει την πόλη, αναγκάζει τους Τούρκους να κλειστούν στην Ακρόπολη και για ένα διάστημα ο λαός παίρνει την εξουσία. Οι κοτζαμπάσηδες όμως καταφέρνουν με την πρώτη ευκαιρία να ξαναπάρουν την εξουσία, καταδιώκουν τον Βασιλείου μέχρι την Εύβοια, όπου και τον δολοφονούν.Πολύ γρήγορα η επανάσταση απλώνεται σε όλη την Πελοπόννησο και τον Απρίλη στα νησιά.. Όμως οι κοτζαμπάσηδες δεν έμειναν άπρακτοι. Το Μάη επιτίθενται στον Οικονόμου, στο διοικητήριο της Ύδρας, και αυτός αναγκάζεται να φύγει. Μετά από λίγο τον συλλαμβάνουν και τον μεταφέρουν στην Πελοπόννησο για να τον σκοτώσουν. Ύστερα από αλλεπάλληλες συλλήψεις και αποδράσεις ο Οικονόμου αποφασίζει να πάει το Δεκέμβρη στην Α’ Εθνοσυνέλευση για να ζητήσει δικαιοσύνη. Λίγο πριν από την Εθνοσυνέλευση άντρες του Λόντου τον σκοτώνουν.(Προλεταριακή.σημαία,φ.521,26/03.05)
«…Oι ζάμπλουτοι πάλι Kουντουριώτηδες κι άλλοι πλούσιοι καραβοκυραίοι, αφού εξόντωσαν τον αρχηγό των ναυτών, τον ανδρείο καπετάνιο Oικονόμου, που τους ανάγκασε να ‘ρθουν με το ζόρι στην επανάσταση, ρίχτηκαν με τα καράβια τους πιο πολύ στο πλιάτσικο, παρά στον τούρκικο στόλο.
Kι έτσι, αφού ξοδεύτηκαν τα λίγα λεφτά της Φιλικής Eταιρείας και των εμπόρων και πραματευτάδων του εξωτερικού, η επανάσταση δεν διέθετε πια πεντάρα για τη συνέχιση του αγώνα. Mε τους φόρους δεν ήτανε δυνατό ν’ αντιμετωπιστεί η κατάσταση…
…Mε πενταροδεκάρες όμως δεν γίνεται πόλεμος. Mερικοί, λοιπόν, αγωνιστές με καλή πρόθεση, κι οι πολλοί -οι κοτζαμπάσηδες κι η παρέα τους γιατί μυρίστηκαν και ψητό- πρότειναν σαν λύση το δάνειο από το εξωτερικό… (στο Λονδίνο αποφασίστηκε να πάει μια τριμελής επιτροπή να διαπραγματευτεί το Δάνειο)
…Oι τρεις προξενητές, πριν ακόμα ξεκινήσουν, πήραν ένα μακαρονίστικο γράμμα του Mαυροκορδάτου, όπου ο Φαναριώτης τους δίνει μακριές οδηγίες και συνταγές για τη στάση που θα κρατήσουν και τους όρους που πρέπει να δεχτούν. Mε το γράμμα αυτό, που είναι υπόδειγμα «αξιοπρεπούς» ζητιάνου, ο ξενόδουλος πολιτικάντης τους συμβουλεύει να πουλήσουν την Eλλάδα όσο-όσο, φτάνει να πετύχουν το δάνειο… (Νίκου Μπελογιάννη, «Τα δάνεια της Ανεξαρτησίας»).
«Είναι λοιπόν εμφανές, ότι σε όλα τα σχολικά εγχειρίδια δίνεται βάρος κυρίως στα σημεία που θα αφυπνίσουν το «εθνικό» συναίσθημα. Και η «επίσημη» ιστορία αποκρύπτει, ή δίνει ελάχιστη σημασία σε γεγονότα που δεν εξυπηρετούν του μύθους του έθνους. Π.χ. δεν διαβάζουμε πουθενά, για την Ελληνοελληνική (ενδοεξουσιαστική στην ουσία) ναυμαχία του Πόρου το 1831, όταν ο Μιαούλης πυρπολεί την αρμάδα του Κανάρη (φρεγάτα Ελλάς), ούτε για το Ελληνικό αίτημα προς τους Άγγλους το 1826, για να μας κάνουν προτεκτοράτο τους πριν καν γίνουμε κράτος, ούτε για την ιταλική καταγωγή του Καποδίστρια που λεγόταν Vittori (αυτό για όσους πιστεύουν ότι Έλληνας γεννιέσαι). Αλλά το κυριότερο, είναι κάτι πιο βαθύ. Στα σχολικά βιβλία (όπως και στην κυρίαρχη βιβλιογραφία), υπάρχει μία διαστρέβλωση, τόσο του χαρακτήρα της επανάστασης, όσο και όσων συμμετείχαν σ΄ αυτόν. Όπως για την εκκλησία, η οποία είχε ξεχωριστά προνόμια από την Πύλη και κατείχε τεράστιες εκτάσεις. Στα τέλη του 18ου αιώνα αυτές καλύπτουν το ένα τέταρτο του ελλαδικού χώρου (π.χ. τα 32 από τα 68 χωριά της Χίου). Τεράστια ποσά πήγαιναν στις τσέπες των μοναστηριών, του πατριαρχείου κ.λ.π. Οι κατάλογοι παραπόνων (σικαγιέτ ντεφτερλέρι) της εκκλησίας, μας δείχνουν ότι τα αιτήματα προς την Πύλη αφορούσαν μόνο οικονομικές της διεκδικήσεις.
Επίσης, επικρατεί συσκότιση για το τι έλεγε ο ξένος τύπος της εποχής, (η βρετανική εφημερίδα Μorning Chronicle, γράφει ότι «..αίτημα των επαναστατών ήταν η ίση διανομή του πλούτου..», και η γερμανική Αllgemeine Zeitung ότι «.. οι πλούσιοι Έλληνες αποδοκίμαζαν την επανάσταση..»). Ο Ξάνθος στα απομνημονεύματα του λέει, «..ο λαός και οι καπιτάνοι επαναστάτησαντες υπεχρέωσαν τους προεστώντας να συγκατανεύσωσιν..», ο Κολοκοτρώνης γράφει «..ο λαός είχε πάντοτε σκοπό να σκοτώση τους άρχοντες.. » και ο γραμματέας του Οικονόμου, λέει ότι οι εξεγερμένοι ήταν «..αυτόκλητοι, αυτοχειροτόνητοι, άνευ τινός εντολής..» Και χρειάζεται προσπάθεια, για να μάθουμε για τις αγροτικές εξεγέρσεις, με σαφή τον κοινοκτημονικό τους χαρακτήρα, (π.χ. Πύργος 1822, Μαντούδι 1823, Άνδρος 1824), και για τις κοινωνικές αναταραχές που συνεχίστηκαν και μετά την ίδρυση του κράτους, κατά την απολυταρχία του Όθωνα (π.χ. Τήνος 1833 – κατάληψη της Χώρας – Μάνη 1834 – εξαιτίας της άρσης του δικαιώματος της οπλοφορίας- Λίμνη Εύβοιας 1834-καθαίρεση δημογερόντων, επιθέσεις και κάψιμο κρατικών κτιρίων- Σάμος 1836- εξαιτίας της βαριάς φορολογίας- Ερμούπολη 1839 – αφορμή ήταν ο νόμος για τα επιτηδεύματα -κλπ) Όσο για την χαλιναγώγηση του ανατρεπτικού ονείρου των επαναστατών, την εκτροπή του κοινωνικού τους αγώνα, και την μετέπειτα κατασκευή «εθνικών ηρώων», συντελέστηκαν με τους συνήθεις τρόπους (δολοφονίες, εξαγορές, βία, χορήγηση αξιωμάτων). Και κάτι ακόμα. Φαίνεται ότι η προσπάθεια ταύτισης Ελληνισμού-Χριστιανισμού, ήταν προσφιλής συνήθεια από παλιά. Διαβάζοντας το σύνταγμα της Επιδαύρου, βλέπουμε ότι στην παράγραφο δύο δίνει σαν ορισμό του Έλληνα τον εξής «..Έλληνες, είναι όσοι αυτόχθονες πιστεύουσιν εις Χριστόν..» (Δημήτρης Γκιβίσης, «Εποχή»)
————————————————————————–
1. Η απελευθέρωση αφενός δεν υπήρξε έργο μόνο των Ελλήνων αφετέρου κατά μία έννοια δεν ήρθε ποτέ.
Στον ένοπλο αγώνα, όπου κατά τη φράση του Κολοκοτρώνη «η Γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά την γνώμη μου, να ανοίξει τα μάτια του κόσμου», μετείχαν ποικίλων εθνικών προελεύσεων κάτοικοι του ευρύτερου γεωγραφικού χώρου, των οποίων η εθνική συνείδηση βρισκόταν εν πολλοίς στο στάδιο της διαμόρφωσης. Τόσο ο «Θούριος» του Ρήγα, με τις αναφορές του στο πλήθος των υπόδουλων στους Οθωμανούς εθνοτήτων, όσο και η καταγωγή αρκετών πρωταγωνιστών της Επανάστασης (Αρβανίτες -ελληνόφωνοι ή κι εξελληνισμένοι Αλβανοί – της Υδρας και των Σπετσών, Σουλιώτες, Βλάχοι, σλαβόφωνοι π.χ. Μπουμπουλίνα, Μπότσαρης, Ανδρούτσος κ.ά.) βεβαιώνουν «του λόγου το ασφαλές».
Ακόμα και ο Κολοκοτρώνης καταγόταν «από την ιστορική οικογένεια επαγγελματιών πολεμιστών και λεγόταν Τσεργίνης, που είναι μάλλον σλαβικό. Αργότερα η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων υιοθέτησε το αρβανίτικο όνομα Μπιθεγκούρας, που σημαίνει χοντρόκωλος, και στη συνέχεια μετέφρασε επακριβώς το αρβανίτικο Μπιθεγκούρας. Ήταν «γνήσιος» Έλληνας ο Κολοκοτρώνης;» (Βασίλης Ραφαηλίδης, Ιστορία του νεοελληνικού κράτους, Εκδ.Εικοστού πρώτου, σελ.32).
“Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμιοί,
Νησιώτες και Ηπειρώτες, με μια κοινή ορμή,
για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί,
ν’ ανάψουμε μια φλόγα εις όλην την Τουρκιά,
να τρέξει απ’ την Μπόννα έως την Αραπιά…
…να σφάξουμε τους λύκους που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν”.
(Γ. Κορδάτου, “Ο Ρήγας Φεραίος και η βαλκανική ομοσπονδία”, σελ. 72).
H εξέγερση που άρχισε το 1821 είχε ουσιαστικά κατασταλεί απ’ τον Ιμπραήμ, όταν τον Ιούλιο του 1827 οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Ρώσοι στην ουσία αποφάσισαν να δημιουργηθεί ελληνικό κράτος, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει λίγους μήνες μετά η Ναυμαχία του Ναβαρίνου, όπου καταστράφηκε ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος. Παράλληλα υπήρχε η σερβική επανάσταση (1806), η ανταρσία του Αλή πασά (1820) και ρωσοτουρκικοί πόλεμοι (1806-1812, 1828-1829).
” Ο Κουντουργιώτης πήγε εις τη Νύδρα κι’ άφησε εις το ποδάρι του τον Αναγνώστη Οικονόμο Νυδραίο. Του είπα να μου δώση αυτούς τους μιστούς να πλερώσω τους ανθρώπους και να λάβω κι’ ό,τι έδωσα. Λέγει του Παπαφλέσια, μου δίνει τους παράδες, ό,τι μο’ ‘κανε· όμως να του χαρίσω τις πιστιόλες μου, ότι τις λιμπίστη. Του παράγγειλα κ’ εγώ να του γαμήσω το κέρατο, όχι θα του δώσω τ’ άρματά μου, οπού τα ‘χω από δεκοχτώ χρονών παιδί. Τον μούτζωσα και δεν του ξαναμίλησα. Πήγε κι’ ο Κωσταντής Λευκάδιος και του ζήτησε τους μιστούς, και του πήρε τις πιστιόλες του. Κ’ είχε ξύλινες ‘σ το ζουνάρι του· τον ρώτησα και μου το είπε. Ορίστε κι’ Αρβανίτικη αρετή. Ως τώρα είχαμε Βλάχικη, Κεφαλλωνίτικη, Φαναργιώτικη· ορίστε κι’ Αρβανίτικη. Να δικαιοσύνη, να κυβερνήται των νέων Ελλήνων!” (Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη).
« Η εκπροσώπηση στις εθνοσυνελεύσεις και η σύνθεση των βουλών και των κυβερνήσεων δείχνουν ότι η διοικητική αριστοκρατία κατόρθωσε να καταλάβει τις περισσότερες και κυριότερες θέσεις…Η επιβολή της μάλιστα ήταν πλήρης μετά τους εμφυλίους πολέμους, όταν νίκησε την παράταξη του Θ.Κολοκοτρώνη, που, ως ένα βαθμό επίσης, εκπροσωπούσε τα λαϊκά στρώματα» (σελ.197-198). «Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος: μορφωμένος Φαναριώτης με φιλελεύθερες αντιλήψεις…Στον εμφύλιο πόλεμο ήταν πολιτικός σύμβουλος των μεγαλεμπόρων και μεγαλοεφοπλιστών…διετέλεσε επανειλημμένως πρωθυπουργός» (σελ.198). «Οι εμφύλιοι πόλεμοι κράτησαν δύο χρόνια περίπου -1823-1825- διαίρεσαν τον επαναστατημένο ελληνισμό σε δύο στρατόπεδα που είδαν τοπικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Τα στρατόπεδα είχαν τη μορφή των «στρατιωτικών» το ένα – ήταν η παράταξη του Θ.Κολοκοτρώνη – και των πολιτικών το άλλο – η παράταξη Γ. Κουντουριώτη με πολλούς προκρίτους…Το αποτέλεσμα των εμφυλίων ήταν σαφές, η παράταξη των εφοπλιστών, με σύμμαχο τον Ι.Κωλέττη νίκησε, κατάφερε να απαλλαγεί και από έναν άλλο επικίνδυνο αντίπαλο, σύμμαχο του Θ.Κολοκοτρώνη, τον εξαίρετο οπλαρχηγό Οδυσσέα Ανδρούτσο (τον δολοφόνησαν το 1825) και να φυλακίσει τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη, και έτσι εδραιώθηκε στην εξουσία» (σελ.199-200). «…η ελληνική κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία να εναποθέσει επίσημα και εγγράφως την απελευθέρωση των Ελλήνων στην Αγγλία. Ήταν μια πράξη υποτέλειας που προκλήθηκε από τους αγγλόφιλους κύκλους (Γ.Κουντουριώτης, Α.Μαυροκορδάτος κ.α.)» (σελ.203). («Ιστορία Νεότερη και σύγχρονη Γ΄ Γυμνασίου», Β.Κρεμμυδάς, Ο.Ε.Δ.Β.)
«το 1/3 των κτημάτων στα 1830 είναι στα χέρια της Εκκλησίας, ενώ οι Έλληνες κοτζαμπάσηδες έχουν περισσότερα από τους Τούρκους» Γιώργος Κ.Καββαδίας, φιλόλογος
2. Ο ρόλος της Εκκλησίας στη ζωή των ραγιάδων και στο 21΄ ήταν θετικός, αν ήσουν ο Σουλτάνος.
Σφάξε με πασά μου να αγιάσω. Κάνε το σταυρό σου, πλήρωσε το φόρο σου, αγάπα τον πασά σου και τον πρόκριτό σου και θα είσαι λεύτερος σε μια άλλη ζωή.
«Ο Θεός αδελφοί, μας έδωσεν την τυραννίαν εξ αμαρτιών μας, και πρέπει, αδελφοί, να την υποφέρωμεν με καλήν καρδίαν και χωρίς γογγυσμόν και να ευχαριστηθώμεν εις ό,τι κάμνει ο Θεός» (Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄).
«Ω συ μιαρά Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, εις τι ομοιάζεις; Ήθελα να ξεύρω από σε τώρα όπου σε ερωτώ, εις τι, λέγω, ομοιάζεις τους ιερούς και θείους αποστόλους του λόγου της σοφίας του Ιησού Χριστού; Ίσως στην αφιλοκέρδεια, όπου εκείνοι εκήρυττον; Άλλ’ εσύ είσαι γεμάτη από χρήματα, όπου καθημερινώς κλέπτεις από τους ταλαίπωρους χριστιανούς… Συ είσαι μία μάνδρα λύκων, όπου δεν υπακούεις τον ποιμένα σου και κατατρώγεις τα αθώα και πολλά ήμερα πρόβατα της ορθοδόξου εκκλησίας…. Η Σύνοδος αγοράζει τον πατριαρχικό θρόνο από τον οθωμανικό αντιβασιλέα δια μίαν μεγάλη ποσότητα χρημάτων, έπειτα τον πωλεί ούτινος της δώσει περισσότερο κέρδος, και τον αγοραστή τον ονομάζει πατριάρχη. Αυτός, λοιπόν, δια να ξαναλάβει τα όσα εδανείσθη δια την αγορά του θρόνου, πωλεί τις επαρχίες, στις αρχιεπισκοπές, ούτινος δώσει περισσοτέραν ποσότητα, και ούτως σχηματίζει τους αρχιεπισκόπους, οι οποίοι πωλώσει και αυτοί εις άλλους τας επισκοπάς των. Οι δε επίσκοποι τας πωλώσει των χριστιανών, δηλαδή γυμνώνουσι τον λαό, δια να εβγάλωσι τα όσα εξώδευσαν. Και ούτος εστίν ο τρόπος, με τον οποίον εκλέγονται των διαφόρων ταγμάτων τα υποκείμενα, δηλαδή ο χρυσός… Πώς άραγε ζώσιν αυτοί οι αρχιεπίσκοποι εις τας μητροπόλεις των και ποίαι είσίν αι αρεταί των; Τρώγωσι και πίνωσι ως χοίροι. Κοιμώνται δεκατέσσαρας ώρας τήν νυκτα καί δύο ώρας μετά το μεσημέρι. Λειτουργούσι δύο φοράς τον χρόνο, και όταν δεν τρώγωσι, δεν πίνωσι, δεν κοιμώνται, τότε κατεργάζονται τα πλέον αναίσχυντα έργα, όπου τινάς ημπορεί να στοχασθεί. Και ούτως εις τον βόρβορο της αμαρτίας και εις την ιδίαν ακρασίαν θησαυρίζουσι χρήματα, και οι αναστεναγμοί του λαού είναι προς αυτούς τόσοι ζέφυρες. .. . Αυτοί πέμπουσι τόσους ληστάς, δια να ειπώ έτσι, εις τα χωρία της επισκοπής των, και τους δίδουσι τον τίτλο του πρωτοσυγκέλλου ή του αρχιμανδρίτου άλλου τινός τάγματος, οι οποίοι άλλο δεν ξεύρουν, παρά να γράφουν ονόματα των χριστιανών με όλη την ανορθογραφία. Αυτοί, λοιπόν, περιφέρονται εις όλα τα χωρία της επισκοπής και με άκραν ασπλαγχνία εκδύουσι τους πολλά αθώους χωριάτας, και μάλιστα τας γυναίκας… Εκατό χιλιάδες, και ίσως περισσότεροι, μαυροφορεμένοι ζώσιν αργοί και τρέφονται από τους ιδρώτας των ταλαιπώρων και πτωχών Ελλήνων. Τόσαι εκατοντάδες μοναστήρια. όπου πανταχοθεν ευρίσκονται, είναι τόσαι πληγαί εις την πατρίδα, επειδή, χωρίς να την ωφελήσουν εις το παραμικρό, τρώγωσι τους καρπούς της και φυλάττουσι τους λύκους… Ιδού, ω Έλληνες, αγαπητοί μου αδελφοί, η σημερινή αθλία και φοβερά κατάστασις του ελληνικού ιερατείου, και η πρώτη αιτία όπου αργοπορεί την ελευθέρωσιν της Ελλάδος… Αυτοί οι αμαθέστατοι, αφού ακούσουν ελευθερία, τους φαίνεται μία αθανάσιμος αμαρτία….ω πατριάρχα… κατεδάφισε όλα τα μοναστήρια, δια να ολιγοστεύσης τα βάρη του λαού… κάμε, τέλος πάντων, μίαν φοράν το χρέος σου.» (Ελληνική Νομαρχία, Ανώνυμου του Έλληνος..1806).
«Μόλις 4 ημέρες μετά την έναρξη της Επανάστασης και την κατάληψη της Καλαμάτας από τον στρατό των Π. Μαυρομιχάλη, Θ. Κολοκοτρώνη κ.ά. και ενώ η βία και τρομοκρατία, οι λεηλασίες και οι σφαγές στην Κωνσταντινούπολη εξαπλώνονταν και γενικεύονταν, στις 27 Μαρτίου 1821, ο Γρηγόριος Ε’ συγκρότησε πατριαρχική σύνοδο «περί καθαιρέσεως των φιλοσοφικών μαθημάτων»· η απόφαση ήταν να «καθαιρεθούν τα φιλοσοφικά μαθήματα» (βλ. το πολύ σημαντικό άρθρο του Κ. Λάππα, «Πατριαρχική Σύνοδος «περί καθαιρέσεως…»», π. Μνήμων, τ. 11, 1987, σ. 137-138). Πρέπει να υποθέσουμε ότι έτσι εννοούμε τη σωτηρία από τις σφαγές; Διότι και το κείμενο της αποκήρυξης της Επανάστασης δεν είναι παρά «καθαίρεση» των νεωτερικών ιδεών. Από την προσεκτική μελέτη του κειμένου της καταδίκης, το οποίο υπέγραψαν δύο πατριάρχες και πολλοί μητροπολίτες (η Ιερά Σύνοδος) επί του «ιερού θυσιαστηρίου» (Αγία Τράπεζα), θα παρατηρήσει κανείς ότι σε αυτό είναι αποτυπωμένη όλη η αντιδιαφωτιστική, αντινεωτερική ιδεολογία του Πατριαρχείου και των κύκλων του. Ότι το Πατριαρχείο καταπολέμησε με όσες δυνάμεις διέθετε κάθε νέο που ερχόταν από την Ευρώπη, κάθε νέα επιστήμη, κάθε νέο μάθημα στα σχολεία είναι πασίγνωστο και θα δούμε και ένα συγκεκριμένο – και χαρακτηριστικό – παράδειγμα πιο κάτω. Από την άλλη, γνωστό είναι επίσης ότι η οργάνωση της Επανάστασης από τη Φιλική Εταιρεία, βασίστηκε και στηρίχτηκε στην ιδεολογία του Διαφωτισμού, στις αρχές δηλαδή της ελευθερίας και της ισότητας, των δικαιωμάτων του πολίτη. Όπως είναι γνωστό ότι το κυρίαρχο αίτημα της Επανάστασης διατυπωμένο στο ιδεολογικό μανιφέστο της, στην προκήρυξη δηλαδή «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» του Αλ. Υψηλάντη (και αυτή από την ΙΕΕΕ στα «Μονόφυλλα του Αγώνος» ό.π.). Η Επανάσταση ξεκίνησε, επομένως, και πορεύτηκε με ιδεολογικό μπούσουλα ό,τι ακριβώς κατά τις τελευταίες δεκαετίες πριν απ’ αυτήν είχε πολεμήσει και διώξει η επίσημη Εκκλησία.
Δεν είναι δυνατό να αναλύσω τις σκληρές διαμάχες με τους «Διαφωτιστές», την άρνησή της να εισαχθούν νέα μαθήματα και βιβλία στα σχολεία, ακόμη και τις σκληρές συγκρούσεις στο εσωτερικό της Εκκλησίας, γιατί και στους κόλπους της υπήρχαν οπαδοί του φωτισμού του γένους, προοδευτικοί ιεράρχες. Μπορεί όμως να τα βρει κανείς αναλυτικά όλα αυτά σε δύο βιβλιαράκια του μακαρίτη Φ. Ηλιού, Κοινωνικοί αγώνες και Διαφωτισμός· η περίπτωση της Σμύρνης (1819), ΕΜΝΕ-Μνήμων 1981 και Τύφλωσον κύριε τον λαόν σου, Πορεία 1988 – πριν στο π. «Ο Ερανιστής», αφιέρωμα στον Κ.Θ. Δημαρά, τ. ΙΑ’, 1980, σ. 585-626.
Είναι μάλιστα, για να επανέλθουμε στα προηγούμενα, χαρακτηριστικό ότι στις αρχές της τρίτης πατριαρχικής θητείας του Γρηγορίου Ε’, η Εκκλησία ενισχυμένη από τη στερέωση των αντεπαναστατικών καθεστώτων στην Ευρώπη σκλήρυνε τη στάση της απέναντι στις προοδευτικές, διαφωτιστικές ομάδες τους κόλπους του ελληνισμού. Πρόκειται για έναν πόλεμο που άνοιξε ο Γρηγόριος Ε’ εναντίον των νεωτερικών ιδεών για την παιδεία από την πρώτη κιόλας θητεία του: το 1798 εξέδωσε εγκύκλιο στο ίδιο αντιδιαφωτιστικό πνεύμα, χωρίς τώρα να υπάρχει επαναστατική κίνηση εντός του βασιλείου του Σουλτάνου και χωρίς αυτός να τον υποχρεώσει, αν βέβαια και στην περίπτωση της αποκήρυξης του Εικοσιένα τον υποχρέωσε (βλ. την εγκύκλιο του 1798 στο: Γ.Γ. Παπαδόπουλος – Γ.Π. Αγγελόπουλος, Τα κατά τον αοίδιμον Πατριάρχην Γρηγόριον Ε’ τ. Β’, 1866, σ. 495-7)· ας σημειωθεί ότι τα βιβλία με νεωτερικό περιεχόμενο συλλέγονταν από ιεράρχες του Πατριαρχείου και παραδίδονταν στην πυρά (Φ. Ηλιού, Τύφλωσον…», ό.π. σ. 58 και αλλού).
Χαίρομαι που από όσο καταλαβαίνω ο Μακαριώτατος δεν διεκδικεί πια Κρυφό Σχολειό – πείστηκε, ίσως, ότι δεν υπήρξε· πρέπει τώρα να πάψει να διεκδικεί την ύψωση του λαβάρου της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα, γιατί ούτε αυτό το γεγονός υπήρξε. Αντίθετα, ο κ. Χριστόδουλος πρέπει να ευχαριστήσει όλους τους συγγραφείς σχολικών βιβλίων που δεν γράφουν ότι η επίσημη Εκκλησία ήταν αντίθετη στην Επανάσταση· και όσοι, ελάχιστοι, ανώτεροι κληρικοί έλαβαν μέρος και έπαιξαν σημαντικό ρόλο ανήκουν στην κατηγορία αυτών που ο Πατριάρχης απειλούσε ότι θα αφορίσει.» (Ο Βασίλης Κρεμμυδάς είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.)
Πάντα όμως η Ιστορία, γενικά η επιστήμη, δυσκολεύεται ή και αδυνατεί να αντιστρατευτεί η μυθολογία, πολύ περισσότερο όταν έχουμε να κάνουμε με εκκλησιαστικούς και εθνικούς μύθους, τους οποίους δηλαδή υποστηρίζει και επιβάλλει ένα ολόκληρο σύστημα με κάθε τρόπο, λογοκρισία, έμμεση έως και άμεση βία.
«Πάνε κι έρχονται λοιπόν γενικά τέτοιοι μύθοι, πάνε κι έρχονται ειδικά αυτό το διάστημα οι συγκεκριμένοι μύθοι: η Εκκλησία-κιβωτός της εθνικής συνείδησης, αυτή ίσα ίσα που έκανε ό,τι μπορούσε για να μη διασαλευτεί η τάξη της οθωμανικής κατοχής και να μη χαθούν τα κεκτημένα της· η Εκκλησία-κιβωτός της γλώσσας, αυτή που δεν έκανε απολύτως τίποτα από τα όσα μυθολογούνται, με τα κρυφά σχολειά, ενώ έκανε ό,τι μπορούσε για να καθηλωθεί, μάλλον να ακυρωθεί η ζωντανή γλώσσα και να επιστρέψει στα κλέη του αττικισμού.
Γιατί πάντοτε η Εκκλησία πορεύτηκε ταυτισμένη με την εκάστοτε εξουσία, οθωμανική ή άλλη, «εθνική» πια, για να φτάσουμε στη νεότερη ιστορία, τη μεταξική δηλαδή περίοδο, και την αμέσως επόμενη, του εμφυλίου, ώς τη νεότατη, την επτάχρονη δικτατορία των συνταγματαρχών. Και καθώς δεν επιδέχεται συγκάλυψη η στάση της Εκκλησίας σ’ αυτή την πιο σύγχρονη περίοδο, με τη δύναμη που της εξασφαλίζει ακριβώς η συμπόρευσή της με την εξουσία επιβάλλεται η μυθευτική εκδοχή της δράσης της κατά την παλαιότερη ιστορική περίοδο, του Αγώνα για την Ανεξαρτησία! Θαυμαστή, αλήθεια, διαλεκτική της Ιστορίας.
Αλλά, από τη δημιουργία της κιόλας, γράφει ο καθηγητής N. E. Καραπιδάκης («Εκκλησιαστικά σκάνδαλα ή κοινωνική υποκρισία;», Καθημερινή 27/2· ας διαβαστεί μαζί με ένα επόμενό του, «Ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας», 27/3), η Εκκλησία συμμάχησε «με την ισχυρότερη ιδεολογία της εποχής της, την αυτοκρατορία· δηλαδή την εξουσία. Μια συμμαχία που δεν θα εγκαταλείψει ποτέ έκτοτε, ανεξαρτήτως των μορφών που θα ενδύεται η κοσμική εξουσία. Ξανάγραψε, στη συνέχεια, την αρχαία ιστορία· […] μονοπώλησε, ή σχεδόν, τη θρησκευτικότητα των ανθρώπων· ερμήνευσε την αρχαία φιλοσοφία· προσδιόρισε τους οικονομικούς όρους· πρότεινε τους δικούς της όρους στην πολιτική κοινωνία. Έγινε η ίδια κοινωνία, καθορίζοντας τη ζωή των ανθρώπων από τη γέννησή τους ώς τον θάνατό τους, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τις φοβίες τους και ρυθμίζοντας τις ανισότητές τους. Οι στοχαστές της επικαιροποίησαν, για κάθε εποχή, τη διδασκαλία της, δανείζοντας το λεξιλόγιό τους για να μιληθούν τα κοινωνικά και τα πνευματικά προβλήματα». (Γιάννης Χάρης, Εθνοσωτήρια ψεύδη, Τα Νέα, 02/04/05)
Και ενώ η ιστοριογραφία μάς έχει αποκαλύψει και τεκμηριώσει τους κατασκευασμένους από την Εκκλησία και ασμένως υιοθετημένους από την πολιτική εξουσία μύθους, η σημερινή ηγεσία της Εκκλησίας επιμένει σ’ αυτούς, σε βαθμό που τοπικές ηγεσίες της να επιμένουν και να επιδεικνύουν Κρυφά Σχολειά, ας πούμε, σε τόπους όπου κατά την Τουρκοκρατία δεν κατοικούσαν άνθρωποι επιμένει να κηρύσσει τη διάσωση της παιδείας και των παραδόσεων από τα μοναστήρια και τους ναούς την ώρα που και μεγάλος αριθμός κανονικών σχολείων λειτουργούσε και κανένας δεν εμπόδιζε τη λειτουργία τους – ο Οθωμανός κατακτητής δεν είχε απαγορεύσει τη λειτουργία σχολείων, τι χρειάζονταν τα «κρυφά» με το «φεγγαράκι το λαμπρό». (Βασίλης Κρεμμυδάς H Eκκλησία στο Eικοσιένα, Mύθοι και ιδεολογήματα,Τα..Νέα,22/03/2005)
“κάλιον σαρίκιον οθωμανικόν παρά τιάρα παπικήν στην Πόλιν» ο Μέγας Δούκας Λουκάς Νοταράς λίγο πριν Άλωση είχε εκφράσει το αίσθημα των ανθενωτικών στους οποίους τον κύριο τόνο έδινε η εκκλησιαστική ιεραρχία. Προτιμούσαν τους Τούρκους από την ένωση με τη δύση και από την πλευρά τους καλά κάνανε, γιατί πράγματι στο τέλος η ορθόδοξη εκκλησία κερδισμένη βγήκε. Μετά την άλωση το 1453 ο Μωάμεθ ο Β΄ θα καλέσει τον Γεννάδιο και θα τον κάνει πατριάρχη με αυξημένα προνόμια σε σχέση με αυτά που είχε στο παρελθόν.
«Ένα από τα μέτρα που πήρε ο Μωάμεθ ο Β΄ η επανοίκηση της πόλης…Επιστέγασμα των μέτρων του Πορθητή ήταν η ρύθμιση των σχέσεών του με το Πατριαρχείο, αλλά και με το χριστιανικό ποίμνιο. Φρόντισε για την πλήρωση του πατριαρχικού χρόνου που ήταν κενός, και στις 6 Ιανουαρίου 1454 εκλέχτηκε πατριάρχης ο μοναχός Γεννάδιος…Στο νέο πατριάρχη ο σουλτάνος αναγνώρισε και αύξησε τα προνόμια που είχαν χορηγηθεί από τους προκατόχους του βυζαντινούς αυτοκράτορες. Με τα προνόμια αυτά ο πατριάρχης, απαλλαγμένος από κάθε φορολογία, είχε την ανώτατη εποπτεία στους μητροπολίτες και επισκόπους…Η παραχώρηση των προνομίων δεν υπαγορευόταν μόνο από τις διατάξεις του Κορανίου, που συνιστούσε ανοχή για τους λαούς της Βίβλου, τους Χριστιανούς και τους Εβραίους, αλλά είχε και πολιτική σκοπιμότητα. Η αναγνώριση του Πατριαρχείου και η εκχώρηση ορισμένων αρμοδιοτήτων σ’ αυτό έδινε στους Τούρκους τη δυνατότητα να διοικούν με μεγαλύτερη ευχέρεια τα εκατομμύρια χριστιανών ραγιάδων» (σελ.111-112). «Αντίθετα οι κύκλοι του Πατριαρχείου πολέμησαν με σφοδρότητα τα νέα πνευματικά ρεύματα που έρχονταν από τη δυτική Ευρώπη και τα θεωρούσαν ανατρεπτικά της ορθόδοξης πίστης. Κύριος εκπρόσωπος των αντιπάλων του διαφωτισμού υπήρξε ο Αθανάσιος Πάριος που θεωρεί την Ευρώπη «βόρβορο ακολασίας», την πρόοδο των επιστημών «πηγή αθεϊας» και τους φιλοσόφους «αντιχρίστους» » (σελ.140)
(«Ιστορία νεότερη και σύγχρονη Γ΄ Γυμνασίου» Βασ.Βλ.Σφυροέρα, Ο.Ε.Δ.Β.)
Ο Γρηγόριος κατείχε τον πατριαρχικό θρόνο σε τρεις περιόδους, το 1794-1798, το 1806-1809 και το 1819-1821. Η θητεία του συνέπεσε με σημαντικές ζυμώσεις και συγκυρίες, απέναντι στις οποίες κλήθηκε να πάρει θέση ακριβώς ως επικεφαλής του μιλλέτ. Η εκκλησία την περίοδο αυτή είχε ήδη συσπειρωθεί σε συντηρητικές θέσεις απέναντι στα φιλελεύθερα και επαναστατικά κηρύγματα των οπαδών του Διαφωτισμού, που κέρδιζαν όλο και περισσότερους υποστηρικτές, υπερασπιζόμενη το ρόλο και τη θέση της. Η στάση του Γρηγόριου εναρμονίστηκε πλήρως με αυτή τη συντηρητική κατεύθυνση που διέγραφε ο θεσμός.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του, όταν κυκλοφόρησε η Νέα Πολιτική Διοίκηση του Ρήγα, ο Γρηγόριος έσπευσε από τη θέση του ως πατριάρχη να την καταδικάσει ενώ, όταν οι Γάλλοι αποβιβάστηκαν στα Επτάνησα, έσπευσε να συμβουλεύσει τους χριστιανούς να μην ενστερνιστούν τα δημοκρατικά ιδεώδη, καθότι «ο Όφις […] επινοήσας το γένος των Γάλλων, έχυσε δαψιλώς εις τας ψυχάς των το φάρμακον της αποστασίας προς τον θεόν. Και αφού τους έφερεν εις μίαν αλληλομαχίαν και εις ελεεινήν βασιλοκτονίαν, τότε αμέσως τους έρριψεν και εις παντελή αθεΐαν και ασέβειαν». Από την ίδια περίοδο, ας αναφερθεί η κατ’ εντολή του συγγραφή, το 1798, από τον Αθανάσιο Πάριο, της Χριστιανικής διδασκαλίας, για να αποκρουστεί «το διπλούν […] κήρυγμα της Ισότητος και ελευθερίας» που εκπορευόταν από τους οπαδούς του Διαφωτισμού.
Από τη δεύτερη θητεία του ενδεικτικά είναι δύο γεγονότα: το κάλεσμα των χριστιανών να υπερασπιστούν την Πύλη απέναντι στους Άγγλους σε μια δήλωση νομιμοφροσύνης της εκκλησίας απέναντι στον σουλτάνο και την εγκύκλιο εναντίον των Ρώσων, εχθρών εκείνη την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Όσον αφορά την τρίτη πατριαρχία του, οι πράξεις του είναι απολύτως καταδεικτικές της στάσης της εκκλησίας εναντίον των επαναστατικών κηρυγμάτων: προσπάθεια (ακόμη και βάναυσης) καταστολής των επαναστατικών κηρυγμάτων. Η πατριαρχική εγκύκλιος του 1819 μιλά από μόνη της: καταγγελία της χρήσης μη χριστιανικών ονομάτων, της διδασκαλίας των θετικών επιστημών κ.ά. Ήδη έπειτα από αντιδράσεις της εκκλησίας είχε κλείσει το Φιλολογικό Γυμνάσιο της Σμύρνης, αργότερα η σχολή των Κυδωνιών, τέλος το Γυμνάσιο της Χίου. Ακολούθησε η πατριαρχική σύνοδος «περί καθαιρέσεως των φιλοσοφικών μαθημάτων», στις 23 ή 27 Μαρτίου 1821, όταν οι πρώτες συλλήψεις και σφαγές χριστιανών λόγω της επανάστασης του Υψηλάντη ήταν ήδη γεγονός. Τέλος, ας αναφερθεί η καταδίκη του Υψηλάντη και της επαναστατικής του προσπάθειας, που προηγήθηκε της εξέγερσης στην Πελοπόννησο (ενδεικτικό δε όσον αφορά τη στρεβλή εικόνα που σχηματίστηκε εκ των υστέρων με την επικράτηση της κατασκευασμένης ιστορικής εκδοχής είναι μια λαϊκή γκραβούρα με τον απαγχονισμό του Γρηγορίου, που ως μότο τοποθετεί το «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδας» από τη διακήρυξη του Υψηλάντη…). Ας μην ξεχνάμε σε αυτό το πλαίσιο τη μεγάλη διαμάχη των εκπροσώπων της εκκλησίας με τον Κοραή, ως κατεξοχήν διαφωτιστή. Η στάση του Γρηγορίου απέναντι στα επαναστατικά κελεύσματα των καιρών ήταν κάθε άλλο παρά θετική, όπως απέρρεε από τη θέση του ως επικεφαλής του ορθόδοξου μιλλέτ. Ωστόσο, δεν στάθηκε εμπόδιο στην αναγωγή του σε ήρωα της Επανάστασης που καταδίκαζε πενήντα χρόνια μετά το θάνατό του. Στην παρούσα περίπτωση, το ιστορικό παρελθόν ανασκευάστηκε πλήρως ώστε να εξυπηρετηθούν στόχοι, μέσα σε αυτούς η ανασκευή του ρόλου της εκκλησίας όσον αφορά την Επανάσταση, που θεωρήθηκαν υψηλού εθνικού συμφέροντος. Όπως και σε αρκετές ακόμη περιπτώσεις… Δεν είναι ευρέως γνωστή η «Διδασκαλία Πατρική», πού τυπώθηκε το 1798 στο εκκλησιαστικό τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη, συγγραφέας της πιθανότατα ο ίδιος ο Πατριάρχης. Σύμφωνα με τον καθηγητή Πασχάλη Κητρομιλίδη, «Η «Διδασκαλία Πατρική» προειδοποιούσε αυστηρά για τας νεοφανείς ελπίδας της Ελευθερίας», τις οποίες ο συγγραφέας θεωρούσε ως «νεοφανή και έντεχνον παγίδα», το τελευταίο τέχνασμα το όποιο «εμεθοδεύθη», «ο πρώτος αποστάτης διάβολος» για να παραπλανήσει τους ευσεβείς. Ως αντίδοτο στην επώδυνη φωνή της ελευθερίας, ο συγγραφέας συμβούλευε υποταγή στην «ισχυράν βασιλείαν των Οθωμανών», η οποία ήταν το δώρο του θεού προς τους ορθόδοξους χριστιανούς, σταλμένο για να τους προστατεύει από τις αιρέσεις. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε δημιουργηθεί από τον θεό εκ του μηδενός, σε μια εποχή που η χριστιανική ρωμαϊκή αυτοκρατορία άρχισε να «χωλαίνει εις τα της ορθοδόξου πίστεως φρονήματα», με σκοπό να «είναι εις μεν τους Δυτικούς ωσάν ένας χαλινός, εις δε τους Ανατολικούς ημάς πρόξενος σωτηρίας».
Οι πραγματικοί ορθόδοξοι χριστιανοί, κατά συνέπεια, όφειλαν να υποταχθούν με ευγνωμοσύνη στους θεόσταλτους αφέντες τους και να ξεχάσουν κάθε μάταιη συζήτηση για απατηλές ελευθερίες πάνω σ’ αυτή τη γη. Το «νυν θρυλλούμενον σύστημα της ελευθερίας», που είχε εμφανισθεί στις χώρες της Δύσης εκείνη την εποχή, αντέβαινε προς «τα ρητά της θείας Γραφής και των Αγίων Αποστόλων, οπού μας προστάζουν να υποτασσόμεθα εις τας υπερέχουσας αρχάς». Δεν αντιπροσώπευε παρά αναρχία και «ακαταστασία, οπού το καθ’ αυτό σκοπούμενον ταύτης της ελευθερίας μία μισητή ολιγαρχία και τυραννία, ως εκ της πείρας φαίνεται».(«Νεοελληνικός Διαφωτισμός», εκδόσεις ΜΙΕΤ, σελ. 276-277). (Πάσχου Μανδραβέλλη, «Καθημερινή», 21/02/2007)
Πόσοι γνωρίζουν ότι ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, 6 μήνες μετά το θάνατο του Ρήγα, σε επιστολή του προς το Μητροπολίτη Σμύρνης γράφει: «συνέπεσεν εις χείρας ημών εν σύνταγμα εις μίαν κόλλαν χαρτί ολόκληρον, μεγάλην εις απλήν φράσιν ρωμαϊκήν, επιγραφόμενον «νέα πολιτική διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης των μικρών εν τη μεσογείω νήσων και της Βλαχομπογδανίας…..πλήρες υπάρχει σαθρότητος εκ των θολερών αυτού εννοιών, τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον… να μην παραμπέση τοιούτον σύνταγμα εις ανάγνωσιν τω χριστιανικώ εμπιστευθέντι σοι λαώ».
Αναφέρεται στο Σύνταγμα του Ρήγα, αυτό το μοναδικό στα παγκόσμια χρονικά κείμενο κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης. Η ύπαρξη αυτού του κειμένου δεν έχει ποτέ αμφισβητηθεί και το 1998 η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου αναγκάστηκε να εκδόσει απόφαση με την οποία να «δικαιολογεί» το περιεχόμενο του.
Τον απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ τον προβάλλουν κάποιοι, για να υποστηρίξουν ότι το παπαδαριό προέβαλλε κι οργανωμένη αντίσταση. Δύο εξηγήσεις υπάρχουν. Πρώτον, ο Σουλτάνος βλέποντας να ξεσπά η επανάσταση θέλησε να δείξει στους ραγιάδες ότι δε θα ανεχθεί από κανέναν ανυπακοή κι ακόμα και στο χθεσινό του συνεργάτη δε χαρίζεται «δια τούτο εκρεμάσθη προς σωφρονισμό των άλλων» όπως γράφει ο ίδιος ο Σουλτάνος σε επιστολή του (10/4/1821).Δεύτερον, θεώρησε ότι έπρεπε να περάσει άμεσα σε αντίποινα για τον ξεσηκωμό και τις σφαγές στην Πελοπόννησο.
3. Οι Οθωμανοί ήταν Δαίμονες (με αγγελικά φτερά) κι οι Έλληνες ήταν Άγγελοι (με κέρατα και ουρά) !
«Στα βυζαντινά χρόνια, υπήρχαν στην περιοχή πολλοί μικροί οικισμοί, εκ των οποίων αυτός των Γιαννιτσών φαίνεται πως ονομαζόταν Bαρδάρι. O περιηγητής Eβλιγιά Tσελεμπί αφηγείται ότι στην περιοχή των Γιαννιτσών υπήρχαν δύο κτίρια, τα οποία όταν ήρθαν οι Tούρκοι, ως κατακτητές, τα κατέστρεψαν και έκτισαν τα Γιαννιτσά.
Aπό το 1389, έτος που σηματοδοτεί την έλευση των Tούρκων στην περιοχή, εγκαθίστανται πολλοί Tούρκοι άποικοι στα Γιαννιτσά, με οδηγό τους τον Γαζή Eβρενό Mπέη. H πόλη ονομάζεται «Γενιτσέ Bαρδάρ» και γίνεται για τους κατακτητές ιερή, αφού εδώ, σε τζαμί θάβονται ο Γαζή Eβρενός Mπέης, ο γιος του Aλή και άλλοι σημαίνοντες Tούρκοι.Aπό τα μέσα του 15ου αιώνα, η πόλη των Γιαννιτσών γίνεται κέντρο των γραμμάτων και των τεχνών. Στην πόλη, επί κυριαρχίας Aχμέτ Mπέη, ιδρύθηκαν πολλά τζαμιά, σχολεία, πτωχοκομεία και έγιναν κοινωφελή έργα.» Επίσημη ιστοσελίδα της Νομαρχίας Πέλλας
ΦΥΣΙΚΑ είναι αναχρονισμός ν’ ανακαλύπτει κανείς «γενοκτονίες» σε εποχές που το συγκεκριμένο «αδίκημα» δεν υφίστατο καν ως νοητική κατηγορία. Άλλο τόσο όμως είναι αλήθεια ότι, παρά το μεγαλείο τους, οι εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις και των δυο λαών -Ελλήνων (1821-30) και Τούρκων (1919-22)- βαρύνονται με φοβερά συλλογικά εγκλήματα εναντίον των «αλλόπιστων» που έπρεπε να «αδειάσουν τη γωνιά» του εκάστοτε ξεσηκωμένου έθνους. Και στην περίπτωσή μας, η εξολόθρευση των αμάχων μουσουλμάνων της Τριπολιτσάς (οι υπερασπιστές Τουρκαλβανοί είχαν αποχωρήσει κατόπιν συνεννόησης με τον Κολοκοτρώνη) αποτελεί τη σκοτεινότερη ίσως στιγμή του ’21. Αψευδής μάρτυρας, η περιγραφή του μακελειού από τον ίδιο το Γέρο του Μωριά: «Το άλογό μου από τα τείχη έως τα σεράγια δεν επάτησε γη. […] Το ασκέρι οπού ήτον μέσα το ελληνικό έκοβε και εσκότωνε από Παρασκευή έως Κυριακή, γυναίκες, παιδιά και άνδρες 32.000, μία ώρα ολόγυρα της Τριπολιτσάς. Ένας Υδραίος έσφαξε 90. Έλληνες εσκοτώθηκαν εκατόν. Έτσι επήρε τέλος. [Έβαλα] τελάλη να παύση ο σφαγμός» (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη «Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής» [1836], εκδ. Ωρόρα, Αθήνα 1992, σ.106).
Για τη μάχη της Τριπολιτσάς και τη σφαγή και του χριστιανικού πληθυσμού της πόλης χαρακτηριστική είναι ακόλουθη υπόμνηση που συντάχθηκε από έναν επιζήσαντα.<
4. Οι εξισλαμισμοί ήταν κατά κύριο λόγο εκούσιοι κι όχι βίαιοι. Οι Γενίτσαροι είναι μύθος, όπως παρουσιάζονται.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν υπήρξαν βίαιοι εξισλαμισμοί στη μετέπειτα ελληνική επικράτεια. Οι Οθωμανοί, εφόσον οι υπόδουλοι λαοί κατέβαλλαν κανονικά τους φόρους που τους αναλογούσαν, δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους. Οι μαζικοί εξισλαμισμοί που παρατηρούνται στα Βαλκάνια (Βοσνία, Αλβανία κ.λπ.) έγιναν, κατά κανόνα, με τη θέληση εκείνων που αλλαξοπίστησαν, και ειδικότερα με σκοπό να έχουν καλύτερες σχέσεις με τον κατακτητή και να συμμετέχουν από καλύτερη θέση στη νομή και άσκηση της εξουσίας. Αρκετοί γονείς προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν τη «σταδιοδρομία» των παιδιών τους μέσω της κατάταξής τους στους Γενίτσαρους. Ανδρέας Παππάς, «Δέκα μικροί μύθοι για το 1821».Η τακτική του παιδομαζώματος δεν είχε τη χροιά που της αποδίδει η σχολική «ιστοριογραφία». Η συλλογή των εύρωστων εφήβων ήταν προσεκτική και περιορισμένη αριθμητικά με αρκετά ευνοϊκές εξαιρέσεις. Οι γονείς προσπαθούσαν να χώσουν κρυφά στις ομάδες τα λιγότερο ρωμαλέα παιδιά τους που είχαν απορριφθεί, διότι θα αποκτούσαν μόρφωση, κοινωνική ισχύ και μισθό, οι δε Τούρκοι πολίτες αγανακτούσαν, καθώς τα δικά τους παιδιά συνήθως είχαν χειρότερη μοίρα, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθούν τον 18ο αι. να επιδιώξουν να γίνονται δεκτοί ως Γενίτσαροι και Τούρκοι. Η προσέλευση μάλιστα ήταν τόσο μαζική, ώστε το Σώμα των Γενιτσάρων εξέπεσε σε έναν πολυάριθμο και δυσκίνητο δημοσιοϋπαλληλικό μηχανισμό. Για περισσότερα, βλέπε και «Ιστορία της Κρήτης», Θ.Δετοράκη
———————————————————————–
Κι αν όλοι αυτοί οι επιστήμονες ιστορικοί τα λένε αυτά, και τι μʼ αυτό; Όλοι συνωμοτούν εναντίον της αλήθειας, όλοι θέλουν το κακό μας. Ή μήπως κάτι άλλο συμβαίνει; Ιστορία δεν υπάρχει, υπάρχουν ιστορικοί, οι οποίοι βεβαίως, δεν μπορούν να είναι ολότελα «αντικειμενικοί». Για ανθρώπινα υποκείμενα μιλάμε. Και για να μη θεοποιούμε την επιστήμη, που όπως κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα έχει τα όριά της, δεν είναι από μόνη της η μία τάχα και καθαρή Ιστορία που γεννά την «Αλήθεια», η αλήθεια είναι σχετική και γιʼ αυτό αποτέλεσμα αέναης διαλεκτικής αντιπαράθεσης και σύνθεσης πολλών αληθειών.
Ωστόσο, ακολουθώντας την επιστημονική μεθοδολογία και τις βασικές αρχές της επιστήμης τους, λογικό κι αναπόφευκτο είναι οι ιστορικοί επιστήμονες να καταλήγουν για τα συγκεκριμένα θέματα περίπου στα ίδια συμπεράσματα. Οι εσκεμμένες αβλεψίες και ωραιοποιήσεις δεν είναι ιστορία. Η ιστορία πρέπει να καταγράφει και τις σφαγές στη Μήλο από τον αθηναϊκό στρατό ακόμα κι αν γράφεται από τον Θουκυδίδη, που είναι ερωτευμένος με την Αθήνα. Οι Γερμανοί έχουν βρει το θάρρος να γράψουν αναλυτικά στα σχολικά τους βιβλία για τις ναζιστικές θηριωδίες και στο ελληνιστάν δεν γίνεται η παραμικρή νύξη για τη σφαγή της Τριπολιτσάς για παράδειγμα. Ο ιστορικός επιστήμονας οφείλει να μένει όσο είναι δυνατόν πιο μακριά από συμπάθειες και αντιπάθειες, όταν αναλαμβάνει το χρέος της ιστορίας, όπως σημείωσε ο σημαντικότερος ιστορικός της ελληνιστικής εποχής Πολύβιος. Οι μύθοι που ενδεχομένως κάποιοι θα θέλανε δεν πρέπει να επηρεάζουν το πώς παρουσιάζουμε τα γεγονότα που διαπιστώνουμε με βάση τα ιστορικά στοιχεία. Κι εδώ ακριβώς είναι η τραγική ειρωνεία της υπόθεσης: η τομή που σήμανε κατά πολλούς τη γέννηση της ιστορικής επιστήμης, δηλαδή η συστηματική προσπάθεια να διαχωριστούν τα πραγματικά από τα φανταστικά γεγονότα και τους μύθους, η διάκριση μύθου από ορθό λόγο, η ανάγκη για τεκμήρια και διασταύρωση των στοιχείων, αποδίδεται στους αρχαίους Έλληνες ιστοριογράφους, με πρώτο τον Ηρόδοτο και κορυφαίο το Θουκυδίδη. Κι όμως αυτοί ακριβώς που αναφέρονται σʼ αυτούς σαν να τους ανήκουν αποκλειστικά και όχι κυρίως συνολικά στην ανθρωπότητα, αυτοί που κραδαίνουν απειλητικά την ελληνικότητά τους ως ανωτερότητα και μας απειλούν με αφορισμό στο πυρ το εξώτερον, είναι όλοι αυτοί που θέλουν να μένουμε στους μύθους και στα ανιστόρητα παραμύθια, όταν η πραγματικότητα δεν τους βολεύει. Δεν είναι οξύμωρο; Δεν είναι για γέλια; Όχι, παρότι τραγελαφικό, για κλάματα είναι.
Και τότε πού οφείλεται όλα αυτά τα χρόνια η επικράτηση των μύθων εις βάρος της ιστορικής πραγματικότητας;
Πρώτα απʼ όλα οφείλεται στην ίδια τη φύση της ιστορίας που είναι πάντα αφήγηση -άρα έχει συγκεκριμένο αφηγητή με συγκεκριμένο βαθμό εστίασης και οπτική γωνία- και ποτέ απλή καταγραφή των γεγονότων σε χρονολογική σειρά. Ένας δεινός αφηγητής συχνά αρκούσε για να «γράψει ιστορία» κι ας ήταν ανιστόρητη. Δεν είναι δα αυτό και ιδιαίτερα παράξενο. Αυτός , εξάλλου, είναι ο μακρινός πρόγονος της ιστοριογραφίας, οι αφηγήσεις οι οποίες, καταγράφοντας κατορθώματα θεών και ανθρώπων, μιλώντας για «κλέη ένδοξων ανδρών», κολακεύοντας τους άρχοντες, εστίαζαν στο εντυπωσιακό και στο τερπνόν για τον αναγνώστη. Ωστόσο, όπως προαναφέραμε, η ιστορία όπως την εννοούμε σήμερα, έχει αφήσει αρκετά πίσω της αυτό το μυθομανή, τερατοσκόπο μακρινό συγγενή της.Ή μήπως όχι; Ακόμα, οφείλεται στην εγκληματική όσο και συχνή κατά το παρελθόν αλλά και σήμερα ιδεολογική χρήση της ιστορίας. Οφείλεται στο ότι επί μακρόν και η ιστορική επιστήμη, δέσμια των κρατικών εθνικών και εκκλησιαστικών επιδιώξεων, είχε μπει σε μια αντεπιστημονική υπηρέτηση των μυθευμάτων αυτών, αναιρώντας και τη στοιχειώδη επιστημονική αρχή : το ιστορικό γεγονός πρέπει να στοιχειοθετείται, να βασίζεται σε μαρτυρίες, σε πηγές που διασταυρώνονται, σε συγκεκριμένα ευρήματα. Με άλλα λόγια, δεν θα έπρεπε αυτοί που διαπιστώνουν το αυταπόδεικτο να αισθάνονται υποχρεωμένοι να αποδείξουν ότι δεν υπήρξε, για παράδειγμα, «κρυφό σχολειό», αλλά αντίθετα αυτοί που θέλουν να καταγραφεί ως ιστορικό γεγονός είναι που οφείλουν να παρουσιάσουν τα πειστήρια της έρευνάς τους για το ότι υπήρξε. Σε αυτά βέβαια τα «πειστήρια» δεν μπορούν να συγκαταλέγονται ούτε οι απειλές φασιστών και παπάδων ούτε τα τουριστικά αξιοθέατα-«κρυφά σχολειά» που συνεχίζουν να «ανακαλύπτονται» στα πιο απίθανα μέρη για να προσελκύσουν εύπιστους επισκέπτες του Σαββατοκύριακου. Επιπλέον, οι μύθοι έχουν πάντα κάτι το ρομαντικό, το ηρωικό και γιʼ αυτό είναι ελκυστικοί ιδιαίτερα σε μια εποχή τόσο πεζή από πολλές απόψεις όσο η σημερινή, όμως γιʼ αυτό υπάρχει η Τέχνη. Πάνω απʼ όλα, οι κυριότεροι λόγοι που οι μύθοι αυτοί συνεχίζουν να διαιωνίζονται είναι οι φοβίες των ανιστόρητων, που αδυνατούν να αποκοπούν απʼ τις φανταστικές αφηγήσεις της παιδικής τους ηλικίας, και κυρίως οι δυνάμεις του σκοταδισμού και της εξουσίας, που επωφελούνται πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά από τους μύθους αυτούς:
1.Η εκκλησία. Δεν έχει, φυσικά, καμία διάθεση να εγκαταλείψει αυτούς τους μύθους ή να αποκαλυφθεί ο ρόλος της στη διάρκεια της επανάστασης. Κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε το κύρος της και θα σήμαινε και μείωση της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής της ισχύος. Πολεμά, λοιπόν, με λύσσα κάθε επιστήμονα και κάθε επιστήμη, κάθε κοινωνικό αγώνα που εναντιώνεται στα κραταιά συμφέροντά της. Κάνει δηλαδή ακριβώς ό,τι ως επί το πλείστον έκανε και στη διάρκεια των χρόνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όταν σε αγαστή συνεργασία μεπροκρίτους, κοτζαμπάσηδες, Σουλτάνους και πασάδες ξεζούμιζε τους ραγιάδες και τους κρατούσε μακριά απʼ το Διαφωτισμό.
2.Το κράτος.Οι εθνικοί μύθοι υπηρέτησαν ιδιαίτερα στη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ου , με τη Μεγάλη Ιδέα, τις τάσεις αλυτρωτισμού, διάβαζε κι επεκτατισμού, δηλαδή την ενσωμάτωση των εδαφών στα οποία κατοικούσαν ή υποτίθεται ότι κατοικούσαν «αλύτρωτοι» ελληνικοί πληθυσμοί (για παράδειγμα τα Γιαννιτσά, για αιώνες ιερή πόλη των Μουσουλμάνων, ήταν μια τυπική οθωμανική πόλη με ελάχιστους χριστιανούς όταν μπήκε ο ελληνικός στρατός στους Βαλκανικούς πολέμους και τα «απελευθέρωσε». Για να μη μιλήσουμε για την σύνθεση του πληθυσμού της Θεσσαλονίκης με 20% Έλληνες, όταν πάλι την «απελευθέρωσε» ο ελληνικός στρατός, όπως και το Κιλκίς με 5% Έλληνες. Η πολυπολιτισμικότητα και η συμβίωση διαφορετικών εθνοτικών ομάδων που κάποιοι τάχα την ανακάλυψαν ως νέο κι επικίνδυνο φρούτο της «παγκοσμιοποίησης» υπήρχε πολύ πριν από τα έθνη-κράτη και δη τα ομοιογενή έθνη-κράτη. Η Ελλάδα είχε ήδη διανύσει έναν αιώνα πολυεθνικής πολυπολιτισμικής ζωής ως έθνος κράτος, όταν με τις ανταλλαγές πληθυσμών και τον ξεριζωμό Τουρκοκρητικών και Μικρασιατών για παράδειγμα μείνανε στην επικράτειά της κυρίως Έλληνες χριστιανοί ορθόδοξοι. Το σύντομο δυσάρεστο διάλειμμα τελείωσε, θα ξαναζήσουμε όπως για χιλιάδες χρόνια ζούσαν οι κάτοικοι αυτής της περιοχής της γης.). Επιπλέον, η ιδέα της εθνικής ενότητας και της εθνικής υπεροχής λειτουργεί ως μια ιδανική παγίδα που συγκαλύπτει το γεγονός ότι Έλληνες και Τούρκοι εργαζόμενοι έχουν πολύ λιγότερα να χωρίσουν απʼ ότι ο Έλληνας μικροαστός και ο Έλληνας μεγαλοεπιχειρηματίας.
Κράτος ελέω εκκλησίας. Τέλος, όπως είπαμε, στο εν πολλοίς θεοκρατικό ελληνιστάν, η κραταιά Εκκλησία με τον πλούτο και την επιρροή της παίζει τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού και της κοινής γνώμης. Για την εκλογή του κάποιος πολιτευτής πρέπει λίγο πολύ να έχει επιδώσει τα διαπιστευτήριά του στους τράγους, να έχει αποδείξει τη νομιμοφροσύνη του και τις αγνές προθέσεις του απέναντι σʼ αυτό τον πολύ ισχυρό σκοταδιστικό μηχανισμό. Γιʼ αυτό σταυροκοπιούνται όπου σταθούν κι όπου βρεθούν ή χαριεντίζονται με ιεράρχες ακόμα και ηγέτες κατʼ όνομα έστω σοσιαλιστικών ή αριστερών κομμάτων εν Ελλάδι. Αλίμονό τους αν τα βάλουν με τη «δεξιά του Κυρίου». Έτσι το παρόν πολιτικό σύστημα αδυνατεί να οριοθετηθεί απέναντι στην Εκκλησία. Αδυνατεί να περιορίσει την υπέρμετρη και οπισθοδρομική επιρροή που ασκεί στο κοινωνικό σώμα η Εκκλησία της Ελλάδος και μια μεγάλη λέσχη ανθρώπων που θρησκεύονται για τη δική τους σωτηρία, όπως την αντιλαμβάνονται, αλλά το ιερατείο τους επιμένει να λειτουργεί ως κράτος εν κράτει για τη δική μας τη ζωή δερβέναγας του τι πρέπει να μαθαίνουμε και πώς να ζούμε. Για πολλά χρόνια το ίδιο το κράτος στήριζε άμεσα αυτά τα μυθεύματα, εντάσσοντάς τα στα αναλυτικά προγράμματα της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της. Σήμερα, εξακολουθεί ποικιλοτρόπως να τα στηρίζει έμμεσα αλλά και άμεσα. Και δεν αποτελεί παραχώρηση η απουσία κάθε αναφοράς για «κρυφό σχολειό», «Αγία Λαύρα», που εδώ και δεκαετίες δεν υπάρχει σε κανένα ιστορικό σχολικό εγχειρίδιο. Αποτελεί αποτέλεσμα πολυετών αγώνων και αυτονόητη ιστορικήεπιστημονική επιταγή. Αντίθετα, οι αποσιωπήσεις τόσο επί παραδείγματι για τον αρνητικό ρόλο της εκκλησίας κατά τον ξεσηκωμό των ραγιάδων, όσο και για την κοινωνική διάσταση της Επανάστασης του 21 εξακολουθούν να υπάρχουν.
3.Αριστεροί και δεξιοί εθνικιστές. Έχει συγκροτηθεί μια ετερόκλητη συμμαχία φοβισμένων και ανιστόρητων ανθρώπων από την πατριωτική παραδοσιακή αριστερά ως την άκρα δεξιά που στην καλύτερη περίπτωση δεν μπορούν να απαρνηθούν τα παραμύθια της γιαγιάς και τα υποστηρίζουν ωσάν να ήταν ιστορική πραγματικότητα. Ο κόσμος αλλάζει γρήγορα και μάλιστα κατά τα συμφέροντα των κυρίαρχων. Αυτό προκαλεί άγχος σε όλους μας. Αισθανόμαστε τον κίνδυνο να γίνουμε πολτός καταναλωτών χωρίς ταυτότητα. Τότε οι περισσότεροι μπαίνουμε στο ψευτοδίλημμα ή να γίνουμε απαθείς υπερκαταναλωτές χωρίς ιστορική μνήμη, αρχές, αντιστάσεις και ταυτότητα ή να διατηρήσουμε υποτίθεται μια όπως όπως επινοημένη, δοτή κι επωφελή για τους εξουσιαστές «αυθεντική» ταυτότητα. Σίγουρα η απάντηση σʼ αυτό δεν είναι ο υπερκαταναλωτισμός, προκειμένου να μπουκώσουμε το άγχος με άρτον και θεάματα. Είναι όμως σοβαρή απάντηση σε αυτό το άγχος το «πίσω ολοταχώς στο φουστάνι και τα παραμύθια της κατά τα άλλα αξιαγάπητης γιαγιάς»; Χρειάζονται νέες τολμηρές απαντήσεις που οι αστοί διανοούμενοι, τα κόμματα, οι ακροδεξιοί κι αριστεροί υπερπατριώτες και οι θρησκείες δεν μπορούν και δε θέλουν να τις δώσουν. Είπαμε παραπάνω σε σχέση με τα κίνητρα τους ότι «στην καλύτερη περίπτωση» είναι ψυχολογικά και ασυνείδητα. Ωστόσο, οι περισσότεροι απʼ αυτούς δεν τάσσονται ασυνείδητα υπέρ ενός ακραίου συντηρητισμού και αναχρονισμού για ψυχολογικούς λόγους τόσο, όσο συνειδητά για να εξυπηρετήσουν τα πολιτικά και οικονομικά τους συμφέροντα. Με αυτήν τους τη λαϊκίστικη δημαγωγία υπέρ των εθνικών μύθων θεωρούν ότι θα ωφεληθούν αφενός πολιτικά, μαζεύοντας ψηφαλάκια ή συγκροτώντας ισχυρό πόλο επιρροής, εκφοβισμού κι εκμετάλλευσης του λαού, αφετέρου οικονομικά, πουλώντας τα περιοδικάκια τους και τα βιβλιαράκια τους, τις εκπομπούλες τους και τις μίζερες σοβαροφανείς μουτσούνες τους. Κάποιοι «αριστεροί» και πρώην αριστερούληδες τώρα ανένηψαν και βγαίνουν από τα δεξιά του Καρατζαφέρη, ενώ οι ακροδεξιοί εμφανίζονται διασπασμένοι, υπάρχουν οι πολλοί και παραδοσιακοί που υπερασπίζονται τους μύθους, υπάρχουν αυτοί που κρύβουν το αντιεβραϊκό τους μένος πίσω από μία ψευδοϊστορική ρητορική κι υπάρχουν και αυτοί που επιτίθενται στην ορθοδοξία ζητώντας να επανέλθουμε στη λατρεία του Δία!!
Καλά όλα αυτά, αλλά γιατί παρʼ όλα αυτά εγώ εξακολουθώ και θέλω να τα πιστεύω; Γιατί νιώθω κάτι να μου λείπει, αν δεν στηρίζομαι σʼ αυτά τα έστω παραδοσιακά μυθεύματα; Γιατί νιώθω ότι με όλα αυτά που λέτε, δε μου ανοίγετε τα μάτια, αλλά αντίθετα μου επιτίθεστε προσωπικά, με προσβάλλετε; Γιατί με ενοχλούν όλα αυτά που γράφετε, αντί να με χαροποιούν που μου ανοίγουν τον ορίζοντα; Γιατί νιώθω ένοχος και μόνο που τα διαβάζω όλα αυτά;
1.Προσβάλλει την παιδική μνήμη των αφηγήσεων της γιαγιάς. Οι παιδικές μνήμες δεν αμαυρώνονται, επειδή συμπληρώνονται με την επίγνωση της ωρίμανσης. Ένα ωραίο παραμύθι, είναι ένα ωραίο παραμύθι, όπως και να το κάνεις. Αλλά να ξέρουμε ότι είναι παραμύθι, όταν τελειώνει η ανάγνωση, όχι να το παίρνουμε και για πραγματικότητα.Επιπλέον, θεωρούμε ότι αποτελεί χρέος κάθε ανθρώπου προς τον εαυτό του να επαναδιαπραγματεύεται τα «δεδομένα» που διαμεσολαβημένα προσέλαβε ως «πραγματικότητα» κατά την παιδική του ηλικία.
2.Προσβάλλει τον πατριωτισμό μου. Κατʼ αρχήν εθνικόν είναι το αληθές, έγραψε κι ο Διονύσιος Σολωμός ακόμα. Έπειτα η ανάγκη να ανήκουμε σε κοινότητες, ως αγελαία ζώα που είμαστε, δεν είναι αυτονόητο να ικανοποιείται μόνο με κοινότητες, στις οποίες δεν έχουμε κανένα έλεγχο επί της ουσίας και στις οποίες οφείλουμε τάχα να πιστεύουμε σε μύθους και γενικά ό,τι συμφέρει τους προνομιούχους και τα πολιτικά, θρησκευτικά, οικονομικά αφεντικά μας. Εν κατακλείδι το έθνος-κράτος δεν ήταν η μόνη ούτε θα είναι η οριστική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, το θέμα είναι τα όποια κοινωνικά μορφώματα να εξυπηρετούν το λαό, τις κοινότητες των ανθρώπων και όχι τις άρχουσες τάξεις που τις δυναστεύουν. Πατρίδα μας είναι πρωτίστως η Γη, η Ελευθερία κι η Ανθρωπιά μας.
3.Προσβάλλει την ανάγκη μου για ωραία σύμβολα και ηρωικές εικόνες. Η ανάγκη του ανθρώπου να συμβολοποιεί την πραγματικότητα για να τη διαχειρίζεται, αλλά και να δημιουργεί συμβολισμούς, που τον βγάζουν απʼ την πεζή πραγματικότητα, είναι δεδομένη. Όλοι έχουμε ανάγκη κάποιες φορές από λίγο ρομαντισμό, φυγές με όπλο τη φαντασία. Η ονειροπόληση είναι δικαίωμα, που ειρήσθω εν παρόδω θεωρείται σχεδόν έγκλημα στο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό της υπερεκμετάλλευσης ανθρώπων και φυσικών πόρων, στο χρησιμοθηρικό και μονοδιάστατο σύστημα του ο «χρόνος είναι χρήμα». Ωστόσο, οι συμβολισμοί και τα σύμβολα αυτά, ως μεταφορές, θα πρέπει να αποτελούν συνειδητές επιλογές και όχι αποτέλεσμα προπαγάνδας απʼ τους φορείς εξουσίας (π.χ. κράτος, εκκλησία, σχολεία κ.τ.λ.). Ακόμα, θα πρέπει οι μεταφορές αυτές,που μπορεί και να πλουτίζουν περιστασιακά τη ζωή μας, να μένουν στο τερπνόν για εμάς και όχι να καθίστανται ωφέλιμοι για άλλους που με αυτό τον τρόπο προωθούν τα συμφέροντά τους, κρατώντας μας στην ημιμάθεια. Εξάλλου προνομιακό αν όχι αποκλειστικό πεδίο για τις μεταφορές που έχουμε ανάγκη ως διόδους διαφυγής απʼ τη ρηχή ενίοτε καθημερινότητα είναι η Τέχνη, η Ποίηση και όχι η ιστορική επιστήμη, στην οποία η τέχνη δεν έχει θέση παρά μόνο για να διανθίσει και να αισθητοποιήσει κάποια έγκυρη απόδειξη (βλέπε και «Πρωταγόρα» Πλάτωνα τη θέση του Σωκράτη για τους μύθους). Αν οι λογοτεχνικές προθέσεις επισκιάσουν και συσκοτίσουν τα ιστορικά δεδομένα, η ιστορία χάνει το ρόλο που καλείται να επιτελέσει (βλέπε κατʼ αντιδιαστολή προς τους Ίωνες λογογράφουςκαι τους πρώτους ιστοριογράφους στην Κίνα τον Θουκυδίδη και τον Πολύβιο), δηλαδή δεν καλλιεργεί ιστορική συνείδηση και κριτική σκέψη, δε διαμορφώνει σκεπτόμενους πολίτες αλλά πιθανότατα είτε στην καλύτερη περίπτωση απλώς τέρπει χωρίς να διδάσκει είτε στη χειρότερη κατασκευάζει φανατισμένους και πειθήνιους στρατιώτες. Συμπερασματικά, πρέπει ανά πάσα στιγμή να είμαστε σε θέση να αναγνωρίζουμε τις κατασκευές μας ως κατασκευές, τις μεταφορές μας ως μεταφορές. Διαφορετικά, ζούμε σε έναν κόσμο παραισθήσεων, πολύ δε χειρότερα σʼ έναν κόσμο παραισθήσεων που άλλοι κατασκεύασαν για να μας χειραγωγούν.
4.Προσβάλλει το θρησκευτικό μου συναίσθημα. Είναι δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να θρησκεύεται ή να μη θρησκεύεται. Ωστόσο, αυτό είναι μια προσωπική επιλογή που δε θα πρέπει να επηρεάζει την ιστορική επιστήμη, την εκπαίδευση και τις άλλες επιλογές της κοινότητας.
Γιάννης Καψόπουλος, φιλόλογος.
Πηγή : politikokafeneio
Σχετικά άρθρα:
O μύθος της 25ης Μαρτίου 1821 και της Αγίας Λαύρας
Μύθοι και σύμβολα μιας εθνικής επετείου
Πολιορκία της Ακρόπολης: «Να τα βόλια, μην αγγίξετε τις κολώνες» – Μια φράση που δεν ειπώθηκε ποτέ…
ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ,ΕΙΔΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΜΟΥ ΘΥΜΗΣΕΣ ΠΟΛΛΑ. ΜΠΡΑΒΟ. ΚΑΛΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΑΦΕΡΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΝΑ ΤΟ ΜΑΘΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ. ΕΓΩ ΒΕΒΑΙΑ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΠΟΛΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΤΣΙ Ο ΕΓΓΟΝΟΣ ΜΟΥ ΣΑΣ ΣΤΕΛΝΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΚΑΙ ΓΩ ΤΟΥ ΤΑ ΛΕΩ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ ΟΤΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟ 1801 ΠΕΡΙΠΟΥ, ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟ 1913 ΠΟΥ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΘΗΚΑΜΕ , ΜΕ ΠΡΟΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΠΑΠΠΑ, ΟΡΓΑΝΩΣΑΜΕ ΚΡΥΦΟ ΤΡΟΠΟ ΣΧΟΛΕΙΟΥ, ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΜΑΣ, ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΦΗΝΑΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΕΛΑΜΕ. ΕΙΔΙΚΑ Ο ΚΑΡΑ-ΑΦΕΝΤ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ( ΚΟΥΜΠΑΡΟΣ ΤΟΥ ΑΛΗ ), ΟΠΟΤΕ ΑΚΟΥΓΕ ΓΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΙΧΕ ΦΥΛΑΚΗ. 3-4 ΠΑΛΙΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΥΜΜΟΡΦΩΘΗΚΑΝ ΤΟΥΣ ΕΙΧΕ ΚΟΨΕΙ ΚΑΙ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ, ΜΕ ΣΥΜΦΩΝΗ ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΑΛΗ-ΠΑΣΣΑ ΤΟΤΕ. ΜΕΓΑΛΟΣ ΦΟΒΟΣ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ. ΣΥΝΕΧΙΣΑΜΕ ΟΜΩΣ ΚΑΙ ΜΑΖΕΥΑΜΕ ΚΡΥΦΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΕ 3-4 ΣΗΜΕΙΑ. ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΑΚΟΜΑ. ΣΤΗΝ ΑΠΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΣΤΑ ΠΗΓΑΔΙΑ, ΣΤΗ ΛΑΚΚΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΤΖΑΡΑ. Ο ΠΑΠΑ- ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΕΚΑΝΕ ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ Ο ΠΑΠΠΑ-ΝΙΚΟΣ. 2-3 ΦΟΡΕΣ ΒΕΒΑΙΑ ΤΗ ΓΛΥΤΩΣΕ ΣΤΟ ΤΣΑΚ ΝΑ ΤΟΝ ΠΙΑΣΕΙ Ο ΚΑΡΑ-ΑΦΕΝΤ ΑΛΛΑ ΤΟΝ ΓΛΥΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΠΟΝΗΡΙΑ….. ΤΗ ΜΙΑ ΒΕΒΑΙΑ ΛΑΔΩΣΑΜΕ ΤΟΝ ΤΑΞΙΑΡΧΟ ΤΟΥ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΝ ΑΪΣΕ ΑΠΟ Β.ΗΠΕΙΡΟ ( ΚΡΑΤΟΥΣΕ ΑΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΟΪ ). ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΓΑΜΕ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ ΛΕΓΑΜΕ ΟΤΙ : ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΣΤΙΣ 9 ΕΧΟΥΜΕ ΜΠΡΑΤΣΑΝ = ( ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΗΛΑΔΗ) ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΙ ΠΗΓΑΙΝΑΜΕ 2 ΩΡΕΣ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΛΛΑ ΜΩΡΕ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΟΛΟ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΛΕΓΑΝΕ ΛΕΣ ΚΑΙ ΗΜΑΣΤΑΝ » ΦΕΡΕΤΖΕΔΕΣ». ΕΓΩ ΒΕΒΑΙΑ ΗΜΟΥΝ ΠΟΛΥ ΜΙΚΡΟΣ. Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΜΟΥ ΟΜΩΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ ΤΑ ΖΗΣΑΝΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ. ΟΤΑΝ ΕΛΕΥΘΕΡΩΘΗΚΑΜΕ ΤΟ 1913, ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΦΕΡΑΜΕ ΔΑΣΚΑΛΟ. ΟΛΗ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΑΣ ΧΡΩΣΤΑ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. ΤΩΡΑ ΛΕΜΕ ΝΑ ΤΟ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΟΥΜΕ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ. ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ . ΝΑ ΤΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΑΥΤΑ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ. ΕΙΝΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ. ΚΑΙ Η ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΚΑΙ ΟΛΩΝ ΜΑΣ. ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΤΟΥΡΚΕΨΑΜΕ . ΜΕ ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΑ ΚΡΥΦΑ. ΜΕ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΑΣ. ΑΜΑ ΕΡΘΕΙΣ ΠΟΤΕ ΣΤΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ ΝΑ ΕΡΘΕΙΣ ΝΑ ΤΑ ΔΕΙΣ. ΜΟΝΟ ΓΡΗΓΟΡΑ ΓΙΑΤΙ ΕΓΩ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΑΝ ΘΑ ΠΡΟΛΑΒΩ. ΕΙΜΑΙ 107 ΤΩΡΑ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΕΥΟΜΑΙ ΠΟΛΥ. ΣΤΑ ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΑ ΓΥΡΩ ΕΙΧΑΝ ΚΙ ΑΥΤΟΙ 3-4 ΜΠΡΑΤΣΑΝΙΑ, ΠΟΥ ΤΑ ΞΕΡΑΜΕ ΜΟΝΟ ΕΜΕΙΣ. ΤΟ ΕΝΑ ΤΟ ΕΚΑΨΕ ΤΟ 1836 Ο ΖΑΠΠΑΣ ( ΥΠΑΣΠΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΑΛΗ ΠΑΣΣΑ) . ΤΟ ΕΚΑΝΕ ΕΠΙΤΗΔΕΣ ΒΕΒΑΙΑ ΓΙΑΤΙ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΧΡΟΝΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΤΗΣΕ ΤΟΝ ΑΛΗ ΚΑΙ ΠΗΓΕ ΜΕ ΤΟΝ ΜΠΟΤΣΑΡΗ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΤΑΞΙΑΡΧΟΣ ΣΤΑ ΒΛΑΧΟΧΩΡΙΑ.
ΚΑΛΗ ΣΑΣ ΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑ.
ΜΠΑΡΜΠΑ ΜΙΧΑΛΗΣ ΖΗΚΟΣ
ΡΑΨΑΙΟΙ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. ΥΠΗΡΧΕ ΚΑΙ ΕΒΓΑΛΕ ΕΛΛΗΝΑΡΕΣ. EYTYΧΩΣ ΖΟΥΝ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΛΕΝΕ….. ΜΠΡΑΒΟ Κ.ΜΙΧΑΛΗ. ΠΕΣΤΑ ΣΤΟΥ ΑΘΕΟΥΣ ΚΑΙ ΑΜΑΘΕΙΣ……
Κάθε άποψη δεκτή, αλλά επειδή δεν θα θελα ούτε λογοκρισία να κάνω αλλά ούτε και το παρον blog να γίνει μέσο προπαγάνδας ενημερώνω απλά τους αναγνώστες ότι τα 2 παραπάνω πρόσωπα είναι ένας (ίδια ip address)
Παράθεμα: Δέκα μικροί μύθοι για το 1821 | AntiChainLetter
Μιας και λύθηκε το θέμα της ip, να λύσουμε και το θέμα του «τι ήταν το 1821;» (οι κάμποι, τα βουνά, το Σύνταγμα..;) Για να προσεγγίσουμε σύντομα τον «μύθο» και να πάμε άμεσα στην «αλήθεια», ας βάλουμε ένα ερώτημα: από πού προκύπτει ότι το 1789 προέκυψε από την Τρίτη τάξη, για να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα δεσμά της δουλείας που ταυτίζονταν με την μοναρχία; Προκύπτει από τον Δημαρά; από τον Κοραή; από τον ίδιο τον Ροβεσπιέρο; μήπως από τον Μαρξ ή μήπως από τον Μιραμπώ που άδικα τον ξεθάψανε;
Γιατί αν το 1789 έγινε από τις τεκτονικές στοές που εκτός από αντιχριστιανούς και πλαστούς χριστιανούς είχαν σωρεύσει και πραγματικούς χριστιανούς, τότε σε ποιών την άποψη να βασιστούμε; Στην άποψη της γκιλοτίνας που εφαρμόζει τα δικαιώματα του ανθρώπου; στον αγαθό Ναπολέοντα που προμοτάρει τον Αστικό Κώδικα με χρήματα των Ρότσιλντ; στον Κόχραν που απειλεί να φτάσει στην Κων/πολή εντός 10 λεπτών; στον Ξάνθο που λέει ότι του ρθε η ιδέα να λευτερώσει το έθνος καθώς ήταν μέσα στη στοά της Ζακύνθου;
Πιάστε το από κει το νήμα, αφήστε κατά μέρος τα μονολεκτικά αξιώματα που μόνον ψυχολογική υποστήριξη δίνουν και το θέμα θα φτάσει σιγά-σιγά μέσα από τον Φοίνικα, το Βυζαντινό Σύνταγμα του 1801, το Πέτα, τα Παρκερικά, τη Μελούνα και τον μικρασιατικό συνωστισμό στο ότι όντως «τα φάγαμε όλοι μαζί».
Πολλά έθεσα, άντε να φεύγω, μην αποκαλυφθεί μέσω ip ότι είμαι τουρκολάτρης όπως ο Βαρνακιώτης.
Έρρωσθε !
Παράθεμα: Αιρετικές αλήθειες και μύθοι του 1821… | AntiChainLetter
Χαίρετε και καλή προετοιμασία γιά την Ανάσταση. Πρέπει να ρίξουμε και μεις λίγο φως στα σκοτάδια του ξαναζεσταμένου υπαρκτού Διαφωτισμού.Γιατί άλλα υπήρχαν στη Θεωρία του Διαφωτισμού, γι’ άλλα αγωνίστηκαν οι κατά καιρούς επαναστάτες κι άλλα έγιναν τελικά.
Πρώτα, πού βρίσκονταν τα περισσότερο ονομαστά ελεύθερα ελληνικά σχολεία; Όλα εκτός του εθνικού κορμού.Δηλαδή στις πόλεις Καστοριά, Σμύρνη, Ιωάννινα, Κωνσταντινούπολη,Χίο και φυσικά στις χώρες του εξωτερικού. Και φυσικά μιλάμε γιά όλες τις βαθμίδες. Πόσοι και ποιοί είχαν τη δυνατότητα ν’ αποφοιτήσουν απ’ αυτά;Μετρημένοι και όλοι γόνοι οικογενειών μέτριων και υψηλών εισοδημάτων, που προέρχονταν κυρίως είτε απ’ αυτές τις περιοχές, είτε από εμπορικές οικογένειες των νησιών ή της διασποράς.
Από τα υπόλοιπα σχολεία, όσα λειτουργούσαν ελεύθερα, αυτό είχε επιτευχθεί χάρη στα προνόμια που εξασφάλιζαν κατά καιρούς ορισμένοι δυναμικοί Ρωμιοί, που αν διέθεταν και πολλά χρήματα, οι Οθωμανοί δεν έφερναν αντίρρηση. Ποιοί δίδασκαν σ’ αυτά; Οι πιό πολλοί ήταν ιερείς περισσότερο ή λιγότερο μορφωμένοι.Εδώ βέβαια εντάσσεται και η εκπαιδευτική προσπάθεια του εθνοϊερομάρτυρα Κοσμά του Αιτωλού.η οποία απέτρεψε τελικά την αλβανοποίηση μιάς γενιάς Ελλήνων που κατοικούσαν στο γεωγραφικό κορμό της χώρας και τον οριστικό αφανισμό του Γένους.
Αυτοί που συμμετείχαν στην επανάσταση, ζούσαν κατά συντριπτική πλειονοψηφία στη Στερεά Ελλάδα,Θεσσαλία, Πελοπόννησο και νησιά Αιγαίου.Πόσοι απ’ αυτούς είχαν τη δυνατότητα να τελειώσουν τα παραπάνω σχολεία. Πολύ λίγοι.Πού σπούδασαν όλοι αυτοί; Πού έμαθαν ότι είναι ξεχωριστοί απ’την Αρβανιτιά που κυριαρχούσε ως γλώσσα και ως τρόπος ζωής(τοπωνύμια, ονομασίες βουνών,ποταμών που επιμένουν ακόμα και σήμερα, δύο αιώνες μετά); Όχι βέβαια στα σπίτια τους, αλλά στους ναούς. Εκεί, που τολμηροί παπάδες οργάνωναν τα κρυφά σχολειά. Ναι, με τα βιβλία της Εκκλησίας, σε συνθήκες ακατάλληλες, εκείνοι επεδείκνυαν αυταπάρνηση και θάρρος, αγάπη και ενδιαφέρον γιά τη νεολαία, χωρίς να αμειφθούν από κανένα.Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως και θα φέρει στο μέλλον πολλά τέτοια κτίσματα υπέργεια ή ισόγεια μέσα κι έξω από τους ναούς.Είναι σίγουρο ότι αυτή η εκπαίδευση των παιδιών, σ’ αυτές τις συνθήκες, δεν έφερε αποτέλεσμα, αφού η αλβανική, έστω και ως προφορική κυριαρχούσε. Έφερε όμως αποτέλεσμα στη συνείδηση ότι είναι διαφορετικοί από τους Οθωμανούς, τους Αλβανούς που τους περικύκλωναν.Από την άλλη μεριά η ίδια η Ορθόδοξη Εκκλησία με τα μυστήριά της, τα ήθη και τα έθιμα που δε χάθηκαν ποτέ, επισφράγιζε αυτή τη διαφορετικότητα.
Δεν αποκλείεται να διοργανώνονταν και ταχύρυθμα φροντιστήρια γιά τη χρήση των όπλων. Έτσι, όταν ξέσπασε η επανάσταση, αλλά και όταν απελευθερώθηκε η Ελλάδα,οι Αλβανόφωνοι επαναστάτες, όπως έχει αποκαλύψει η έρευνα, είχαν όλοι ελληνική συνείδηση. Το περίεργο είναι ότι το ίδιο συνέβαινε και πενήντα χρόνια μετά στη Μακεδονία, όπου σκοπιανόφωνοι Οθωμανοί είχαν ελληνική συνείδηση και μέσα στην ψυχή τους βασίλευε η Ελλάδα. Ποιός το είχε πετύχει αυτό, αφού εκεί δεν υπήρχε οργανωμένο ελληνικό κράτος; Στα σχολεία διδάσκονταν οθωμανικά, στο σπίτι μιλούσαν σκοπιανά. Πώς έγιναν Έλληνες και μάλιστα φλογεροί μαχητές;Μα και πάλι η Εκκλησία με τους φλογερούς επισκόπους όπως το Γερμανό Καραβαγγέλη που αγρυπνούσε πάντα, και φρόντισε να μη χαθεί ο ελληνισμός.
Όλοι σχεδόν οι οργανωτές της Επανάστασης είτε στον πολιτικό είτε στο στρατιωτικό τομέα, προέρχονταν απ’έξω, από την περιφέρεια!Δημήτριος Υψηλάντης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος,Ιωάννης Κωλέττης,Ιωάννης Καποδίστριας, Εμμανουήλ Παππάς. Ακόμα και ο Παπαφλέσσας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης(ήταν αξιωματικός του βρετανικού στρατού)αν δε «βαπτίζονταν» έστω και γιά μικρό χρονικό διάστημα σε χώρες του εξωτερικού, όπου και μετεκπαιδεύτηκαν, δε θ’ αναγνωρίζονταν εδώ!Όλοι αυτοί, φυσικά μιλούσαν επιπλέον και τις γλώσσες της χώρας που έζησαν.
Αν η ΄καταθλιπτική οθωμανοαλβανική πραγματικότητα ήταν η αλήθεια της εποχής, αυτοί πίστεψαν στο μύθο τους, τον ελληνισμό.Κι εκείνος ο μύθος έγινε πραγματικότητα, την οποία παραλάβαμε εμείς ως κληρονόμοι τους.Μήπως πρέπει να τους κατηγορήσουμε ότι δε μας άφησαν να αφομοιωθούμε από τους Μογγόλους;Και βέβαια είναι υπεύθυνοι για το ό,τι δεν καταντήσαμε να γίνουμε απεχθείς τζιχαντιστές. Τα κεφάλια και το αίμα των εκτελεσμένων επισκόπων και ιερέων της Θεσσαλονίκης, της Κωνσταντινούπολης, της Κύπρου το 1821 επιτέλους ας ανάψουν ένα φως στα σκοτισμένα μυαλά των σημερινών Διαφωτιστάδων, γιατί φτάνει πιά το σκοτάδι.Ας τους αφυπνίσουν οι σημερινοί μάρτυρες στη Συρία, Ιράκ κλπ.
Συνεχίζω την επιχειρηματολογία εναντίον των σκοταδιστών που μεταμφιέζονται παντού και πάντα.
Και είμαι από τη μεριά των ερευνητών, που δε δέχονται a priori τίποτε. Είχα κι εγώ τους ενδοιασμούς μου γιά τα πραγματικά αίτια των μαζικών εξισλαμισμών στα Βαλκάνια, αλλά τώρα που είδα τις δημόσιες εκτελέσεις όλων των αντιφρονούντων, κατά κανόνα αθώων, από τους δαίμονες τζιχαντιστές, μου λύθηκε η απορία.Κοίταξέ τους σοφέ αρθρογράφε ανώνυμε. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Αλλά εσύ έχεις τα μάτια σου κλειστά, γιατί σ’εμποδίζει το σκοτάδι, όπως κι όλους τους οπαδούς των ανόητων θεωριών που δε στηρίζονται στην πραγματικότητα.
Να ξανασκεφτείς πολύ αν θα ξαναποκαλέσεις την πατρίδα έτσι όπως τη λες. Είναι ιμπεριαλίστρια η πατρίδα; Εναντίον ποιών;Των Οθωμανών;Άρα έχει δίκιο ο Κεμάλ και οι όμοιοί του;Οι σφαγείς και οι καταστροφείς τριών λαών έχουν δίκιο;Δηλαδή δεν έπρεπε να διαβούμε την Ελασσόνα το 1912;Να μη συνεργαστούμε με τους υπόλοιπους Βαλκάνιους γιά να πετάξουμε από πάνω μας την 500χρονη οθωμανική καθυστέρηση που μας μπόλιασε με το νόμο της αδράνειας και οπισθοδρόμησης;Να μη δούμε ποτέ την υπέροχη πρωτεύουσα του κοσμοπολιτισμού, τη Θεσσαλονίκη με τους ανοιχτόκαρδους, πιό πιστούς και λιγότερο βλάστημους κατοίκους σε σύγκριση με το «κλεινόν άστυ»;
Ευτυχώς που η ιστορία δεν αφήνεται στα χέρια άτολμων σκεπτικιστών που υπολογίζουν πάντα το κόστος. Σε λίγο θα μας πεις ότι και το ΟΧΙ εναντίον των Ιταλών και Γερμανών έπρεπε να είναι «ΝΑΙ».Ή καλύτερα να μην είχαμε επαναστατήσει ποτέ εναντίον των Οθωμανών, γιατί της επαναστάσεως ηγούνταν η Εκκλησία!Τέτοια πώρωση!Δηλαδή τα είχαν όμορφα κι ωραία φτιαγμένα οι Οθωμανοί!Δεν πάς μία βόλτα απέναντι να δεις τί γίνεται;Σήμερα το 2015 υπάρχει κανένας σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα εκεί;Το λέω, γιατί εδώ έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο, να αποδρούν βαρυποινίτες με ελικόπτερο. Σα δεν ντρεπόμαστε λέω.
Ή μάλλον να πάς εθελοντής στο τζιχάντ.Να ζήσεις όπως και οι Ευρωπαίοι σύγχρονοι γενίτσαροι τα δεδομένα της θεωρίας σου στην πράξη. Εκεί που κόβουν κεφάλια, κάνουν περιτομή, κλειτοριδεκτομή,σταυρώσεις,καύσεις ζωντανών,ανασκολοπισμούς,τυφλώσεις και άλλα ωραία που τα υπομέναμε κι εδώ γιά 500 χρόνια.Αν ήσουν κι εσύ στους πολιορκητές της Τριπολιτζάς, γιατί έτσι τη λέγανε οι Αλβανόφωνοι Έλληνες κι όχι Τρίπολη, μπορεί να έκανες χειρότερα, αν σου είχανε γιά παράδειγμα βιάσει τη γυναίκα ή αν σου είχαν περιτάμει το παιδί.Όταν μελετάς τα φαινόμενα από χρονική απόσταση,από το σπίτι σου και δεν τα ζεις, ούτε τα υφίστασαι, μπορείς και να είσαι ανθέλληνας. Αλλά όταν ταξιδέψεις ΣΗΜΕΡΑ στην καρδιά του προβλήματος, στη Λιβύη ας πούμε, τί θα πεις; Εκεί που ισχύει ακόμα η σαρία,το οθωμανικό δίκαιο κλπ.Βέβαια τότε δεν υπήρχαν εφημερίδες, περιοδικά, διαδίκτυο,αντιπολίτευση,ραδιόφωνο.Οι βιασμοί των γυναικών ήταν κανόνας και δε διώκονταν.Οι ομοφυλόφιλοι καίγονταν κλπ.
Όσο γιά τις αναφορές στα ποσοστά των Ελλήνων στις πόλεις που καταλάμβανε ο ελληνικός στρατός, έχω και γι’ αυτά επιχειρήματα.Μήπως οι Τούρκοι που τις κατοικούσαν υποδέχτηκαν τους «κατακτητές» χωρίς αντίδραση, πλην των Ιωαννίνων;Σου θυμίζω τη στάση του Οθωμανού στρατιωτικού διοικητή της Θεσσαλονίκης που αν και είχε πολλές δυνάμεις να υπερασπίσει την πόλη του, προτίμησε να τη δώσει στους Έλληνες, από τους οποίους την είχαν πάρει πριν από πεντακόσια χρόνια όπως είπε,και όχι στους Βουλγάρους. Ο ίδιος δεν απέδρασε ποτέ να πάει στην πατρίδα του και όλη η οικογένειά του, μέχρι τα εγγόνια του ζούν εδώ μέχρι σήμερα.Μήπως και στο δημοψήφισμα του 1950 στην Κύπρο ακόμα και οι Τούρκοι ψήφισαν υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα; Γιά ψάξε τα και μην είσαι μονόπλευρος.Μήπως εκατοντάδες Σκοπιανόφωνοι Οθωμανοί πλαισίωσαν το μακεδονικό αγώνα εναντίον των κομιτατζήδων και πέθαναν στη διάρκειά του, γιατί είχαν ελληνική συνείδηση και καρδιά;Εγώ σου απαντώ με ιστορικά πολύπλοκα γεγονότα που τινάζουν στον αέρα όλη τη θεωρία σου και απαντούν στα αγκυλωμένα σχήματά σου.
Κάνε λίγο κράτει στη γλώσσα σου. Δε θα σε βλάψει. Ακόμα και οι αιματοβαμμένοι Γερμανοί κατακτητές τον Απρίλη του 1941, παρουσίασαν όπλα στους υπερασπιστές των οχυρών της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, γιατί αν και νίκησαν, αναγνώρισαν την ανωτερότητά τους;
Αφού ξεχάσαμε τί τραβήξαμε γιά 500 χρόνια από τους Τούρκους και κυρίως τους Αλβανούς που με παράξενο τρόπο αναμείχτηκαν σε όλους τους πολέμους που κάναμε, πολεμώντας εναντίον μας,τουλάχιστο να σκύψουμε στη σύγχρονη τραγωδία της Κύπρου όπου οι πολιτισμένοι γείτονες δοκίμασαν τα όπλα τους τώρα στις μέρες μας εναντίον αμάχων με βόμβες ναπάλμ, με βαριά όπλα, αλλά προπαντός εφαρμόζοντας το οθωμανικό δίκαιο.
ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ .. ΥΠΗΡΞΕ ΓΙΑΤΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΣΕ ΠΟΛΛΕΣ ΧΡΟΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΥΠΗΡΞΕ Η ΑΝΑΓΚΗ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΟΥ.ΤΟ ΟΜΟΛΟΓΗΣΑΝΕ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΟΘΩΜΑΝΟΙ
Σουλτανικό φιρμάνι Χάττι Χουμαγιούν, 1856.
Άρθρον Δ΄. Εις τα πόλεις, τας κωμοπόλεις και τα χωρία, εν οις ο πληθυσμός ανήκει καθ’ ολοκληρίαν εις εν θρήσκευμα, ουδέν κώλυμα θέλει παρεμβληθή εις την επισκευήν ή ανοικοδόμησιν κατά το αρχικόν σχέδιον των οικοδομών των καθιερωμένων εις την λατρείαν, των σχολείων, των νοσοκομείων και των νεκροταφείων.»
Ο σουλτάνος, σε αντίθεση με τους αναθεωρητές ιστορικούς, γνώριζε πολύ καλά πως πολλοί τοπικοί αξιωματούχοι του όχι μόνον δεν επέτρεπαν στους χριστιανούς να ιδρύουν καινούργια σχολεία, αλλά ότι τους απαγόρευαν να επισκευάσουν ακόμη και αυτά που ήδη είχαν. Γι’ αυτό και τους διατάζει να μην βάζουν στο εξής κανένα εμπόδιο στους χριστιανούς που θα ήθελαν να επισκευάσουν ή και να ξαναχτίσουν κάποιο σχολείο τους που είχε γκρεμιστεί.
Όμως, το πιο σημαντικό και κυρίως το πιο αποκαλυπτικό σημείο του παραπάνω υπομνήματος είναι το 1ο, στο οποίο η οθωμανική κυβέρνηση παραδέχεται ευθέως και με τον πιο επίσημο τρόπο την βαρβαρότητα και την φρίκη που είχαν βιώσει όλους τους προηγούμενους αιώνες οι χριστιανοί ραγιάδες του σουλτάνου. Αναφέρει το υπόμνημα σχετικά:
«1ον. Προ της κηρύξεως του Τανζιματίου, δια του Χάττι Σερίφ του Γκιουλχανέ, [.] η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των Οθωμανών υπηκόων ήσαν εκτεθειμέναι εις τους κινδύνους και τας καταχρήσεις κοινωνικού οργανισμού, εις ον και αυτή η εκτέλεσις των νόμων υπήρχεν εξηρτημένη εκ της κυριάρχου θελήσεως των εχόντων την εξουσίαν.»
Όπως παραδέχεται με τον πιο επίσημο τρόπο η «οθωμανική διοίκηση», πριν από το τανζιμάτ η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των χριστιανών ραγιάδων του σουλτάνου ήταν στο απόλυτο έλεος «των εχόντων την εξουσίαν», δηλαδή των τοπικών διοικητών. Ασφαλώς οι «Οθωμανοί υπήκοοι» που ήταν τα θύματα αυτών των διοικητών δεν ήταν οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της αυτοκρατορίας, αλλά οι χριστιανοί. Άλλωστε και το τανζιμάτ γι’ αυτό ακριβώς έγινε, για υπερασπιστεί και να κατοχυρώσει τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα των μη μουσουλμάνων
ΑΡΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΜΥΘΟΣ Η ΥΠΑΡΞΗ Η ΟΧΙ ΚΡΥΦΟΥ ΣΧΟΛΙΕΟΥ.
Δείτε εδώ http://www.antibaro.gr/article/3441
Η αρχική ιδέα, η δομή και το κείμενο στο μεγαλύτερο μέρος του, αν ΄όχι συνολικά, υπήρξε δική μου εργασία στο πλαίσιο συγγραφής μιας μπροσούρας για τους εθνικούς μύθους, όταν συμμετείχα στην κατάληψη Πραπόπουλου. Είναι προφανές ότι δεν διεκδικούσα και δεν διεκδικώ πνευματικά δικαιώματα. Κι εγώ πέραν της αρχικής ιδέας για τη φόρμα και το ύφος, όσα έγραψα τα αναζήτησα σε πηγές, τα μελέτησα και τα συνέθεσα δημιουργικά, έτσι προχωρούν τα πράγματα και όχι με παρθενογέννεση. Ωστόσο, είναι κατάπτυστο ότι δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στον αρχικό συγγραφέα. Μετά τιμής Γιάννης Καψόπουλος, φιλόλογος.
Αν κι ο αρχικός σύνδεσμος δεν λειτουργεί για να το επιβεβαιώσουμε, πάραυτα αποκαταστήσαμε εν μέρει την αδικία, έστω και μια δεκαετία μετά, μνημονεύοντας τον συγγραφέα ως οφείλαμε. Ευχαριστούμε για την πληροφορία και για το άρθρο